“Η μνήμη είναι ο γραφιάς της ψυχής “.Αριστοτέλης

"Μετά την ταραχή του και το σάλο

αφήνει, εκεί στην άκρη των δακτύλων,

σα χνούδι τη χρυσή σκουριά των ήλων

και θέα σε παράθυρο μεγάλο''

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2020

ΠΩΣ ΘΑ ΚΑΤΑΚΤΗΣΩ ΤΗΝ ΕΥΤΥΧΙΑ

 ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΗ


Μαιευτική μέθοδος και γνώση

Ο Σωκράτης (469-399 π. Χ.), ο Αθηναίος φιλόσοφος για τον οποίο αντλούμε

πληροφορίες από τον Ξενοφώντα, τον Πλάτωνα, τον Αριστοφάνη και τον

Αριστοτέλη, έδινε προτεραιότητα στον τρόπο διδασκαλίας της αρετής δια της

μαιευτικής μεθόδου. Ο ίδιος με το παράδειγμά του υποδεικνύει την πρακτική

κατά την οποία ο καθένας μπορεί να εκμαιεύει μέσω ερωτήσεων τις

κατάλληλες απαντήσεις με σκοπό την επίτευξη της γνώσης1. Η υπόδειξη και

χρήση αυτής της μεθόδου δεν στοχεύει να καταστήσει τους ανθρώπους πιο

έξυπνους ή αποτελεσματικότερους. Η αέναη αναζήτηση των ορισμών των

πραγμάτων και των στάσεων ζωής, σε συνδυασμό με την ομολογία της

άγνοιας, έχει ως στόχο να εμφυσήσει τη σωφροσύνη. Η μαιευτική, με λίγα

λόγια, δεν είναι μια επιστήμη της αρετής αλλά σκοπό έχει να μας δείξει πώς

να ελέγχουμε αυτά που θεωρούμε αυτονόητα, έτσι ώστε να αποφεύγουμε τις

παγίδες των έτοιμων μοντέλων ζωής που, χωρίς προσωπική επεξεργασία,

είναι πιθανόν να μας οδηγούν στη δυστυχία. Ελέγχουμε τις αξίες που

καθοδηγούν τη συμπεριφορά μας, ώστε να τη μεταβάλουμε και η ευτυχία μας

να γίνεται ξανά προσιτή.

Σε έναν διάλογο, όταν απορρίπτονται οι ανεπαρκείς γνώμες για ένα ζήτημα, η

διατύπωση μιας νέας γνώμης οπωσδήποτε βελτιώνει το προηγούμενο

αδιέξοδο και φέρνει όλο και πιο κοντά στην αλήθεια διαμέσου της

συνειδητοποίησης.

Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε βρεθεί στην θέση αυτή είτε ως μαθητές σε

μια σχολική αίθουσα, είτε ως συνεδριάζοντες σε κάποιο meeting, είτε ακόμη

1 «Ο Πλάτων προσεγγίζει το πρόβλημα της γνώσης σε πολλούς διαλόγους, πουθενά όμως δεν αναπτύσσει μια

πλήρη θεωρία της γνώσης. Απορρίπτει τις αισθήσεις ως πηγή της έγκυρης γνώσης και υποδεικνύει την οδό της

εκπαίδευσης και της επίπονης διανοητικής άσκησης ως μέθοδο πρόσβασης στη γνώση των Ιδεών» (Η

Εγκυκλοπαίδεια του Πλάτωνα. «Η γνώση στον Πλάτωνα»).

9

ανάμεσα σε φίλους και αγαπημένους, όπου δεν αντιλαμβανόμαστε τη

χρησιμότητα των πληροφοριών που μας δίνονται ή τις συμβουλές-

κατευθύνσεις που πρέπει να ακολουθήσουμε. Η απορία δεν πρέπει να μένει

ανέκφραστη. Ο Σωκράτης, χάρη στην πρακτική της μαιευτικής μεθόδου, μας

δείχνει ότι για να επιτευχθεί τόσο η γνώση αυτού που αγνοούμε όσο και για να

γίνει ξεκάθαρο αυτό που μας ζητούν να πετύχουμε, είναι απαραίτητο να

διατυπώσουμε ερωτήσεις, ακόμα και για το πιο απλό ζήτημα, όταν έχουμε

αμφιβολίες για αυτό. Ο στόχος, πέρα από την αναμενόμενη συνεννόηση, είναι

να ορίσουμε τόσο την απορία μας όσο και το ζήτημα ή το πράγμα στο οποίο

αναφερόμαστε, ώστε να γνωρίζουμε για τι μιλάμε και για να αποφεύγονται οι

παρανοήσεις.

Βεβαίως, η διαπίστωση αυτή πρέπει να κατανοείται σε αναλογία με τους

καθολικούς ορισμούς που επιδίωκε να ανακαλύψει ο Σωκράτης. Τα ηθικά

ζητήματα, όπως και τα θέματα αισθητικής και αρχών, για τον Σωκράτη

εκτείνονται πέρα από μια απλή καθημερινή συζήτηση. Αυτό που πρέπει να

επιδιώκουμε να εντοπίσουμε, κατά τον Σωκράτη, όταν πραγματευόμαστε

τέτοια ζητήματα είναι όχι τι εννοεί ο καθένας, για παράδειγμα με τις έννοιες

«δικαιοσύνη» και «ομορφιά», αλλά ποιο είναι το γενικό (καθολικό) πρότυπο

της δικαιοσύνης και της ομορφιάς αντίστοιχα. Αυτή είναι η θεωρία των

καθολικών ιδεών με την έννοια ενός καθολικού ορισμού (καθόλου) ή ενός

γενικού προτύπου. Ο διάλογος σε καμιά περίπτωση δεν είναι αυτοσκοπός,

αλλά πρέπει να είναι μέθοδος ανακάλυψης αληθειών που θα καθοδηγήσουν

τη σκέψη και τη συμπεριφορά μας.

Παράδειγμα 1. Ο ορισμός ως φάρμακο για τη σύγχυση

Πραγματοποιείται σεμινάριο δίκαιης συμπεριφοράς σε μια μικρή εταιρεία για

την καλύτερη συνεργασία μεταξύ των υπαλλήλων της και την αποφυγή της

σύγχυσης των αρμοδιοτήτων. Κατά τον Σωκράτη, αν δεν καθοριστεί πρώτα τι

είναι «δίκαιο», το σεμινάριο δεν θα έχει αποτελέσματα. Η «δικαιοσύνη» σε

αυτή την περίπτωση πρέπει να καθοριστεί μέσω ενός πειστικού ορισμού, ο

οποίος στρέφεται προς ενέργειες που κρίνονται σωστές. Δηλαδή «το να πεις

ότι “ο αληθινός ορισμός της δικαιοσύνης είναι χψ” έχει για συνέπεια να κάνεις

τους ανθρώπους […] να εφαρμόσουν την αξιολογική χροιά της λέξης

10

“δικαιοσύνη”» (Guthrie, Σωκράτης, 164). Οι ορισμοί επομένως για τον

Σωκράτη, όταν αφορούν λέξεις που ενέχουν συγκινησιακή φόρτιση, έχουν να

κάνουν με αξιολογικούς όρους. Επίσης, το να ορίσει κανείς ένα πράγμα δεν

σημαίνει να εκφράσει τι είναι, αλλά επίσης και τι δεν είναι, δεδομένου ότι

ορισμός είναι ένα φάρμακο για τη σύγχυση, ένα ξεδιάλεγμα πραγμάτων

σύμφωνα με το είδος του καθενός.

Η επίτευξη αυτής της γνώσης, κατά τον Σωκράτη, συνδέεται προφανώς με τη

διαδικασία της παιδείας ηθικών ανθρώπων και ισοδυναμεί στην ουσία με την

διδασκαλία της αρετής.

1.2 Η αρετή είναι διδακτή;

Για τον Σωκράτη ἀρετή ἴσον γνώση και το αντίστροφο. Η κακία οφείλεται σε

άγνοια και θεωρείται από τον Αθηναίο φιλόσοφο ακούσια [οὐδεὶς ἑκὼν κακὸς].

Ο Κικέρων υποστηρίζει ότι ο Σωκράτης εγκαινίασε τη μεταστροφή του

φιλοσοφικού ενδιαφέροντος από τη φύση προς την ηθική, θεωρώντας,

παράλληλα, ότι η ηθική ήταν ένας χώρος ακριβούς γνώσης, ο οποίος γι’ αυτό

απαιτούσε την εφαρμογή αυστηρής επιστημονικής μεθόδου.

Ο Πλάτων, ο μέγας μαθητής του Σωκράτη, στον διάλογο «Πρωταγόρας»

εμφανίζει τον δάσκαλό του να εξετάζει κατά πόσο η αρετή είναι διδακτέα και

αν μπορεί κανείς να την βρει μόνος του δια της ανακάλυψης του εαυτού του.

Ο σοφιστής Πρωταγόρας που εμφανίζεται στον ίδιο πλατωνικό διάλογο,

προσλαμβάνοντας την αρετή ως τεχνική δεξιότητα, θεωρούσε ότι μπορούμε

να βελτιωνόμαστε καθημερινά αποκτώντας σύνεση κατά τη ρύθμιση των

ιδιωτικών μας υποθέσεων, αλλά και ικανότητα να εκφέρουμε γνώμη και να

παίρνουμε ενεργό μέρος σε συζητήσεις. Η άποψη του Πρωταγόρα μπορεί να

γίνει δεκτή αν ταυτίσουμε την αρετή με τις αντιλήψεις της κοινωνίας στην

οποία ζούμε και παράλληλα δεχθούμε ότι η ηθική είναι ζήτημα εντελώς

«σχετικό» που προσιδιάζει στο ηθικό κριτήριο της ευυποληψίας που ισχύει

στην εκάστοτε κοινωνία. Έτσι, όμως, η αρετή στη διδασκαλία του Πρωταγόρα

δεν είναι κάτι το σαφές και συγκεκριμένο, αλλά κάτι το σχετικό. Η σχετικότητα

της αρετής, κατά τον Πρωταγόρα, οφείλεται στην απλή εφαρμογή της

11

περίφημης γενικής αρχής του ότι μέτρο των πραγμάτων είναι ο άνθρωπος

[πάντων χρημάτων μέτρον ἐστὶν ἄνθρωπος (Πρωταγόρας, απ. 1)].

Παράδειγμα 2. Παράλληλο κείμενο για την σχετικότητα της γνώσης στον

σοφιστή Πρωταγόρα

«Γιατί εγώ υποστηρίζω πως η αλήθεια είναι όπως έχω γράψει· ότι καθένας

μας είναι μέτρο και κείνων που υπάρχουν και κείνων που δεν υπάρχουν,

άπειρα όμως διαφέρει ο ένας από τον άλλο σε τούτο ακριβώς, ότι για τον ένα

άλλα υπάρχουν και φαίνονται, για τον άλλον άλλα. […] Φέρε στη μνήμη σου

[…] ότι στον άρρωστο πικρά φαίνονται αυτά που τρώγει και είναι, στον υγιή

και είναι και φαίνονται αντίθετα. Από αυτούς κανέναν βέβαια δεν πρέπει να

κάνωμε σοφότερο -δεν είναι δα και δυνατόν- ούτε πρέπει να πούμε τον

άρρωστο αμαθή, επειδή έχει τέτοιες γνώμες, και τον υγιή σοφό, επειδή έχει

άλλες γνώμες, αλλά πρέπει να κάνωμε την αντιστροφή των καταστάσεων,

γιατί η μία από αυτές είναι ανώτερη. […] Την αντιστροφή ο γιατρός την

επιτυγχάνει με φάρμακα, ο σοφιστής με λόγους» (Θεαίτητος, 166d-167a,

μτφρ. Β. Τατάκης).

Ο Σωκράτης, από την άλλη πλευρά, ταυτίζει την ηθική με τη γνώση, πράγμα

που σημαίνει όχι μόνο ότι η ηθική δεν είναι κάτι σχετικό αλλά ούτε, για

παράδειγμα, κάτι «σχετικότερο» της επιστήμης της γεωμετρίας. Επομένως,

για τον Σωκράτη, η αρετή, όπως και η γεωμετρία, είναι κάτι πολύ

συγκεκριμένο και όχι ζήτημα κοινωνικών προτύπων και αφορά στην

κατανόηση γενικών αρχών. Το αίτημα της κατανόησης των αρχών αυτών,

προκειμένου να επιτευχθεί η αρετή, διασφαλίζει ότι πρόκειται για γνώση και

ως τέτοια είναι διδακτέα. Κατά τον σοφιστή Πρωταγόρα, αντίθετα, η ηθική δεν

είναι γνώση, αλλά μια εργαλειακή χρήση προτύπων με μέτρο τις επιδιώξεις

και τα ενδιαφέροντά μας.

Η απόκτηση της αρετής αποφέρει ως όφελος ότι γινόμαστε καλύτεροι από τον

παλαιότερο εαυτό μας, ενώ η στόχευσή μας πάντα είναι η επίτευξη της

προσωπικής και κοινωνικής ευτυχίας. Ο δρόμος για την ευτυχία που αρμόζει

στον σοφότερο άνθρωπο, κατά τον Σωκράτη, είναι η προσπάθεια κατάκτησης

της γνώσης.

12

Μια επίσης ιδιαιτέρως σημαντική ιδέα του Σωκράτη είναι ότι κανείς άνθρωπος

δεν μπορεί να ειδικεύεται σε μια αρετή (λ.χ. στην ανδρεία). Αυτό συμβαίνει

επειδή η απαρχή της αρετής είναι ακριβώς η ίδια, ανεξάρτητα σε ποια πλευρά

της ζωής μας εκδηλώνεται. Έτσι, εκείνος που αποκτά μια αρετή, αναγκαστικά

αποκτά όλες ταυτόχρονα τις αρετές (Πρωταγόρας, 329e), δεδομένου ότι

ενυπάρχει μια ομοιότητα μεταξύ των «μερών» της συνολικής αρετής. Τέτοια

μέρη μπορεί να είναι το κουράγιο ή η δικαιοσύνη.

Ο Σωκράτης, πραγματευόμενος αυτό το ζήτημα, κάνει μια ενδιαφέρουσα

παρατήρηση. Ταυτίζει την αρετή της σωφροσύνης με την ηθική διανοητική

υγεία. Όποιος, επομένως, συμπεριφέρεται με βάση την ηθική διανοητική υγεία

είναι εὖ βουλευόμενος, εκείνος δηλαδή που ενεργεί και επιλέγει «φρόνιμα»,

δηλαδή με φρόνηση.

Παράδειγμα 3. Αρετές-Κλίμακα χρωμάτων

Το παράδειγμα αυτό υπάρχει αυτούσιο στον διάλογο «Πρωταγόρας» για να

εξηγήσει την ομοιότητα μεταξύ των μερών της αρετής. Η δυσκολία να πούμε

στο τι ακριβώς συνίσταται και πόσο μεγάλη είναι αυτή η ομοιότητα δίδεται

μέσω της προσφυγής στο παράδειγμα της κλίμακας των χρωμάτων ή των

σκληροτήτων (331d). Όπως, λοιπόν, δεν μπορούμε να εκφράσουμε με

βεβαιότητα πού ακριβώς βρίσκεται η διαχωριστική γραμμή μεταξύ λευκού και

μαύρου, ακριβώς επειδή το λευκό περνά βαθμιαία στο μαύρο μέσα από μια

σειρά ενδιάμεσων αποχρώσεων του γκρι, έτσι και κάθε αρετή φαίνεται πως

κατά κάποιο τρόπο περνά βαθμιαία σε μια άλλη.

Η αρετή, έτσι, αντιμετωπίζεται ως μέσο για την επίτευξη του ἀρίστου βίου. Μια

από τις πιο επίμονες παραινέσεις του Σωκράτη είναι τὸ ἑαυτοῦ ἐπιμελεῖσθαι

(Αλκιβιάδη Ι, 128Α), εννοώντας με αυτό την επιμέλεια της ψυχής μας. Η

καλλιέργεια της ψυχής πραγματοποιείται διαμέσου της γνώσης, και ακόμα

περισσότερο δια της αυτογνωσίας, η οποία θεωρείται προϋπόθεση της ορθής

ζωής.

Επομένως, για την επίτευξη του άριστου βίου είναι απαραίτητο να αγωνίζεται

κανείς να είναι καλός. Στον διάλογο του Πλάτωνος «Αλκιβιάδης Ι» γίνεται

αναφορά στη φράση του ποιήματος του Σιμωνίδη ότι «είναι δύσκολο να είναι

13

κανείς καλός». Σχετικά με αυτή τη φράση, δίνεται η ερμηνεία ότι είναι δύσκολο

εντέλει όχι το να είναι κανείς καλός αλλά το να γίνει απόλυτα καλός, πράγμα

που, ωστόσο, για τον Σωκράτη είναι κάτι το δυνατό. Όμως το να είσαι

επιπρόσθετα μόνιμα καλός δεν είναι απλώς δύσκολο, αλλά τελείως

ακατόρθωτο για τον άνθρωπο και μόνο για έναν θεό είναι δυνατό. Όπως λέγει

ο φιλόσοφος, όταν τον άνθρωπο τον «γονατίσουν» ανεπανόρθωτες

κακοτυχίες, δεν μπορεί να μην δειχθεί «κακός», όμως όποιος είναι

«γονατισμένος» δεν «γονατίζεται» πλέον. Ένας άνθρωπος είναι καλός

εφόσον πορεύεται στη ζωή του «καλά» ή πετυχαίνει σε κάτι ή γνωρίζει πώς

κάτι πρέπει να γίνεται, ενώ εκείνος που πηγαίνει «άσχημα» είναι πάντοτε

εκείνος που οι γνώσεις του δεν επαρκούν (Αλκιβιάδης Ι, 345b). Με άλλα λόγια

«εἶναι δύσκολο νὰ γίνει κανεὶς καλὸς καὶ ἀδύνατο νὰ εἶναι μόνιμα καλὸς,

ἐξαιτίας τῶν περιορισμῶν καὶ τῶν ἀτελειῶν τῆς ἀνθρωπίνης γνώσης γενικά»

(Taylor, Πλάτων, 301-302).

Η δυναμική αυτή στάση του φιλοσόφου να ταυτίζει το καλόν με την πρακτική

χρησιμότητα τοποθετεί τη φιλοσοφία στο κέντρο της καθημερινότητάς μας.

Πολλοί άνθρωποι στο παρελθόν, όπως και σήμερα, συνδέουν το καλό με την

ηδονή. Η ηδονή, κατά την αρχαιότητα, είναι κάτι που δεν συνεπάγεται τον

άκρατο ηδονισμό. Αυτός ο τελευταίος μπορεί να αποδειχθεί θανάσιμος και

αυτό συνιστά το παράδοξο της ηδονής, ότι δηλαδή εκείνο που μας ευχαριστεί

έντονα μπορεί να είναι, χωρίς μέτρο, επικίνδυνο για τη σωματική και ψυχική

υγεία μας.

Παράδειγμα 4. Μια άκρατη ηδονή που μπορεί να αποβεί θανάσιμη

Μια άκρατη ηδονή που μπορεί να αποβεί θανάσιμη είναι εκείνη του

υπερβολικού φαγητού ή των λάθος τροφών. Για παράδειγμα, η συνήθεια της

υπερβολικής κατανάλωσης λιπαρών τροφών, τυποποιημένων σνακ, γλυκών,

ζάχαρης και υδατανθράκων ταχείας καύσεως, τροφές δηλαδή που μας

προσφέρουν πρόσκαιρη ηδονή, οδηγεί σε πολλές ασθένειες, αλλά επίσης

επιδεινώνει ήδη υπάρχουσες, που μπορεί να αποβούν θανάσιμες, όπως η

στεφανιαία νόσος, ο διαβήτης κ.ά.

14

Η ηδονή εκλαμβάνεται ως αποφυγή του πόνου. Ο Σωκράτης υποστηρίζει ότι

η επιλογή της χυδαίας ηδονοκρατίας είναι δυνατή μόνο στην περίπτωση που

αυτή συνιστά ακούσιο λάθος λόγω της έλλειψης γνώσης του καλού.

Παραδέχεται, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο Σωκράτης ότι ο ηδονοκράτης είναι

«ορθολογιστής» στην ηθική του, ωστόσο ο «ορθολογισμός» του,

ενδεχομένως, δεν είναι του σωστού ηθικού είδους. Ακόμη και αν

παρερμηνεύσουμε την κοινή αρετή ως αληθινή αρετή, αυτό είναι ζήτημα

συγκριτικού υπολογισμού των ηδονών και των πόνων που αντιμετωπίζουμε

στη ζωή μας. Στην περίπτωση αυτή, η λαθεμένη επιλογή ή η επιλογή βάσει

των ηδονών είναι η νίκη του πάθους επί της γνώσης, δηλαδή ένα απλό

σφάλμα υπολογισμού, το οποίο όμως πιθανότατα να μας οδηγήσει στο να

φερθούμε άδικα στον εαυτό μας και στους άλλους.

Παράδειγμα 5. Η σοφία των δεινών και των μη δεινών

Για τον Σωκράτη αυτό που οι γενναίοι δέχονται να αντιμετωπίσουν και που οι

δειλοί φοβούνται είναι οι κίνδυνοι, οι φόβοι ή τα δεινά. Ο κίνδυνος, ο φόβος ή

τα δεινά είναι όσα ο καθένας μας προεικάζει ως κάτι κακό και κανένας δεν

επιλέγει να αντιμετωπίσει κάτι που θεωρεί κακό για τον εαυτό του. Στην

καθημερινή ζωή ο γενναίος διαλέγει, για παράδειγμα, να αντιμετωπίσει τον

πόνο ή τον κίνδυνο που συναντά, γιατί υπολόγισε ότι αντέχοντας αυτά τα

δεινά, θα εξασφαλίσει μια μεγαλύτερη ηδονή, συγκριτικά με τον πόνο, παρά

αν τα αποφύγει. Αυτή η διαπίστωση εξυπακούει ότι η γενναιότητα αποτελεί

ζήτημα γνώσης του τι είναι και τι δεν είναι φοβερό. Η ανδρεία ορίζεται από τον

Πλάτωνα λοιπόν ως σοφία τῶν δεινῶν καὶ μὴ δεινῶν που είναι αντίθετη στην

άγνοια που έχουμε για αυτά τα πράγματα (Πρωταγόρας, 360c).

Με τη γνώση των καλών και των δεινών συνδέει ο Σωκράτης και τον θάνατο.

Στην «Απολογία» του Πλάτωνος υποστηρίζει ότι ενώ οι άνθρωποι θεωρούν

τον θάνατο ως το μεγαλύτερο κακό, ο ίδιος δεν δύναται να φοβηθεί, ούτε να

αποφύγει αυτά που δεν γνωρίζει αν είναι καλά ή όχι. Ωστόσο, φοβάται και

αποφεύγει αυτά που γνωρίζει ότι είναι κακά. Ο θάνατος, για τον Σωκράτη,

μπορεί να σημαίνει είτε την ανυπαρξία είτε την μετοίκηση της ψυχής σε άλλο

τόπο. Σε κάθε περίπτωση, ο φιλόσοφος συστήνει να αντιμετωπίζεται ο

θάνατος με αισιοδοξία και να είναι οι άνθρωποι πεπεισμένοι ότι ο καλός

15

άνθρωπος δεν μπορεί να πάθει κανένα κακό, ούτε όσο ζει ούτε όταν πεθάνει,

και ότι οι θεοί δεν αδιαφορούν για την τύχη του (Απολογία, 41c-e).

Επομένως, η σωτηρία της ζωής μας σχετίζεται με την ορθή εκλογή της

ηδονής και της λύπης και την ορθή εκτίμηση του περισσότερου και του

λιγότερου, του μεγαλύτερου και του μικρότερου και επομένως πρόκειται για

μια μετρική επιστήμη. Η αποφυγή της υπερβολής και της έλλειψης στο

επίπεδο των ηθικών πράξεων εφαρμόζεται εκτός του πεδίου της ηθικής και

για τη συντήρηση της σωματικής υγείας.

Με ανάλογο τρόπο, η πράξη που αδικεί τους άλλους ταυτίζεται με μια ήττα επί

του εαυτού μας και το να καταβάλλεται κανείς από την ηδονή είναι απόδειξη

της μέγιστης αμάθειας (Πρωταγόρας, 357-358). Ο Σωκράτης, λοιπόν,

αντικρούει όσους θεωρούν πως κάτι άλλο, πέραν της αμάθειάς τους, είναι

εκείνο που φταίει για τα παθήματά τους, αλλά και για τις αποτυχίες στις

ιδιωτικές και δημόσιες υποθέσεις τους.

Ο Σωκράτης φέρεται να υποστηρίζει στον «Μένωνα» (87d-e) ότι εάν η αρετή

είναι αυτό που μας κάνει καλούς, πρέπει να είναι η ίδια κάτι ωφέλιμο ή

χρήσιμο, μιας και κάθε αγαθό είναι ωφέλιμο. Αυτές οι αντιλήψεις οδήγησαν

στην αντιμετώπιση της σωκρατικής φιλοσοφίας ως ωφελιμιστικής εξαιτίας της

άποψης πως ό,τι είναι χρήσιμο είναι και όμορφο (καλόν) και πως όλα τα

ωραία πράγματα ονομάζονται έτσι είτε επειδή χρησιμεύουν σε κάποιο σκοπό

είτε επειδή προσφέρουν ευχαρίστηση (Γοργίας, 474d).

Η εμμονή στο ζήτημα της ηθικής γνώσης είναι μια δυναμική και αισιόδοξη

θεωρία του καλού. Αν μάθουμε ορθά, μπορούμε να πράξουμε ορθά και να

γίνουμε καλοί. Ο κάθε άνθρωπος, το κάθε ανθρώπινο υποκείμενο σκέψεων

και πράξεων, αναλαμβάνοντας το έργο της γνώσης του καλού, αποδεικνύει

την ενεργητικότητα και την ανεξαρτησία της βούλησής του. Η σωκρατική

θεωρία μάς βοηθά να ενισχύσουμε το βουλητικό μας, όχι ως μια κενή άσκηση

που μπορεί να ανατραπεί από οποιαδήποτε στιγμή αδυναμίας, αλλά με το να

θωρακίζουμε τη γνώση που έχουμε για τον κόσμο και για τον τρόπο που

συμβαίνουν και εξελίσσονται τα πράγματα.

16

ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2. ΆΣΚΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΑΡΕΤΩΝ

Το ύψιστο αγαθό για τον Αριστοτέλη είναι η ευδαιμονία και σε συμφωνία με

τον Πλάτωνα, τελικός σκοπός κάθε πράξης και σκέψης είναι το αγαθό. Η

ευδαιμονία, ακόμη, είναι το εὖ πράττειν ως εκδήλωση της δραστηριότητάς

μας. Για τον Αριστοτέλη, όλα τα αγαθά, υλικά και πνευματικά, έχουν αξία μόνο

εφόσον βοηθούν ανεμπόδιστα την έκφραση του ανθρώπινου ψυχισμού. Χάρη

σε αυτή την ανεμπόδιστη εκδήλωση, γεννιέται η συναισθηματική ευχαρίστηση

(ηδονή) (Ηθ. Νικ., 1153a13). Η ενεργητικότητα, όμως, η σύμφωνη με την

αρετή είναι εκείνο το αγαθό που μπορεί να θεωρηθεί ως ανώτερο και που μας

καθιστά αληθινά ευδαίμονες.

2.1 Η αρετή και η άσκηση για την επίτευξη της ευδαιμονίας

Ο Αριστοτέλης2 διαφωνεί με την άποψη του Σωκράτη ότι η κακία οφείλεται

στην άγνοια, καθώς υποστηρίζει ότι η αρετή δεν αποκτάται μόνο μέσω της

γνώσης και της κατανόησης αλλά ότι για την απόκτησή της είναι απαραίτητη η

άσκηση ή η συνήθεια.

Πέρα από αυτήν την ανατροπή, αναγνωρίζεται και στον Αριστοτέλη ο

βουλητικός χαρακτήρας της αρετής, πράγμα που σημαίνει ότι το μέτρο που

μας καθοδηγεί για το πώς να φερόμαστε στη ζωή μας είναι η κρίση του

φρόνιμου ὰνδρός. Ο ώριμος άνθρωπος, ή αλλιώς ο σπουδαῖος, διαθέτει μια

ικανότητα, ένα ασφαλές κριτήριο, χάρη στο οποίο διακρίνει τι έχει αξία και τι

όχι. Η ορθή κρίση, λοιπόν, φανερώνει την αλήθεια σε κάθε μας πράξη (Ηθ.

Νικ, 1113a29 και Γεωργούλης, Η Ιστ., 308-314).

Ως αρετή ορίζεται η συνήθεια να πράττουμε μέσω των επιθυμιών μας, τις

οποίες όμως επιθυμίες καθορίζουμε δια της λογικής και με βάση το κριτήριο

της μεσότητας. Η μεσότητα (το μέσο) μεταξύ υπερβολής και έλλειψης στη

συμπεριφορά είναι η αρετή. Η ανδρεία, έτσι, ορίζεται ως το μέσο μεταξύ

2 «Ο σπουδαιότερος μαθητής και το αντίπαλο φιλοσοφικό δέος του Πλάτωνα. Από τον Αριστοτέλη διασώθηκαν

μόνο τα διδακτικά του συγγράμματα, όπου αναπτύσσεται μια πλήρης εγκυκλοπαίδεια της γνώσης. Διαμορφώνει

την οντολογία του μέσα από την κριτική της πλατωνικής θεωρίας των Ιδεών. Το αριστοτελικό φυσικό

κοσμοείδωλο καθόρισε τον τρόπο που οι άνθρωποι έβλεπαν τη φύση μέχρι τον 17ο αιώνα» (Η Εγκυκλοπαίδεια

του Πλάτωνα. «Αριστοτέλης»).

17

δειλής και παράτολμης στάσης. Πέρα όμως από τη μέση θέση μεταξύ

υπερβολής και έλλειψης, η αριστοτελική μεσότητα είναι ταυτόχρονα κάτι το

απόλυτο, το οποίο δεν επιδέχεται ούτε υπερβολή ούτε έλλειψη, είναι, δηλαδή,

μια αμιγής και ύψιστη αρετή και όχι η αναζήτηση μιας σχετικής μόνο στάσης.

Επιπλέον, μια ακόμη διάκριση του Αριστοτέλη είναι εκείνη που γίνεται μεταξύ

διανοητικών και ηθικών αρετών. Οι διανοητικές αρετές αφορούν την

ενεργητικότητα του νου μας και ως προς αυτές, δεν ισχύει η αναζήτηση της

μεσότητας, ενώ οι ηθικές αρετές αφορούν τις ηθικές μας πράξεις.

Πίνακας 1. Πίνακας του Αριστοτέλη για τις αρετές

Διανοητικές αρετές

σοφία

σύνεσις

φρόνησις

Ηθικές αρετές

Έλλειψη Μεσότητα Υπερβολή

δειλία ὰνδρεία θράσος

ὰναισθησία σωφροσύνη ὰκολασία

ὰνελευθερία ἐλευθεριότης ὰσωτεία

μικροπρέπεια μεγαλοπρέπεια ὰπειροκαλία

μικροψυχία μεγαλοψυχία χαυνότης

ὰφιλοτιμία (ὰνώνυμον) φιλοτιμία

ὰοργησία πραότης ὀργιλότης

εἰρωνεία ἀλήθεια ἀλαζονεία

ἀγροικία εὐτραπελία βωμολοχία

δυσκολία φιλία κολακεία

κατάπληξις αἰδὼς ἀναισχυντία

ἐπιχαιρεκακία νέμεσις φθόνος

*ιδιαίτερη σημασία δίνεται από τον Αριστοτέλη και στην αρετή της

δικαιοσύνης, αλλά και στην αρετή της επιείκειας που συμπληρώνει τη

δικαιοσύνη.

Η προσπάθεια αυτή εχει σκοπό να προσπαθήσει να προσεγγίσει τις συνταγές ευτυχίας – ευδαιμονίας που προτείνουν οι πιο αξιόλογοι  φιλόσοφοι στην Ιστορία της φιλοσοφίας. Ο Σωκράτης, o Επίκουρος .ο Αριστοτέλης ,οι Στωικοί,ο Κομφούκιος, ο Ράσελ, ο Νίτσε και μερικά ακόμη ιερά τέρατα της φιλοσοφίας ήξεραν όσα επιμένουμε να αγνοούμε και παραμένουμε δυστυχείς ή έστω συμβιβασμένοι.
Στηριζόμαστε στα εγχειρίδια και τους οδηγούς ευτυχίας, ψάχνουμε μότο που φτιάχνουν τη μέρα μας και φυλαχτά που μας κρατούν μακριά από κακοτοπιές και στιγμές δυστυχίας και αγνοούμε το προφανές, αυτό που άλλοι -με πνεύματα σαφώς ευρύτερα από το δικό μας- είχαν ανακαλύψει και μοιραστεί με την ανθρωπότητα. Ποιος είπε ότι η φιλοσοφία είναι απλώς μια βαρετή επιστήμη και όχι μια πυξίδα για να ευτυχήσει κανείς στην καθημερινότητα του; Τι θα σκεφτόταν ο Σωκράτης, για παράδειγμα, αν μας έβλεπε να πνιγόμαστε σε μια κουταλιά νερό; Τι θεωρούσε ο Κομφούκιος ως πεμπτουσία της ευτυχίας; Μια ματιά σε όσα πίστευαν γι’ αυτήν -και το άπιαστο της- 11 από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους όλων των εποχών, ίσως αλλάξει τον τρόπο με τον ποίο αντιμετωπίζουμε τη ζωή και τις (όποιες) δυσκολίες της.

 

Σωκράτης


«Το μυστικό της ευτυχίας, βλέπετε, δεν βρίσκεται στο να αναζητάτε περισσότερα, αλλά στο να διαμορφώσετε τη δεξιότητα του να απολαμβάνετε τα λιγότερα». Για τον δικό μας Σωκράτη, η ευτυχία δεν ήταν θέμα εξωτερικών παραγόντων, αλλά προϊόν εσωτερικών διεργασιών. Με το να τιθασεύουμε την επιθυμία για ολοένα και περισσότερα αγαθά -ή ό,τι επιθυμεί ο καθένας- μαθαίνουμε να εκτιμάμε τις απλές και αληθινές χαρές της ζωής.

Ο Σωκράτης πίστευε ότι πρέπει να ακολουθούμε ένα  καθολικό ορισμό για όλες τις έννοιες, η μορφοπόιηση αυτού του ορισμού διαμορφώνεται με ένα εσωτερικό διάλογο και με την επικοινωνία με τους άλλους. Η αέναη αναζήτηση των ορισμών των πραγμάτων και των στάσεων ζωής, σε συνδυασμό με την ομολογία της άγνοιας, έχει ως στόχο να εμφυσήσει τη σωφροσύνη. Η μαιευτική,(η μέθοδος για να βρεθεί η  αλήθεια) με λίγα λόγια, δεν είναι μια επιστήμη της αρετής αλλά σκοπό έχει να μας δείξει πώς να ελέγχουμε αυτά που θεωρούμε αυτονόητα, έτσι ώστε να αποφεύγουμε τις παγίδες των έτοιμων μοντέλων ζωής που, χωρίς προσωπική επεξεργασία, είναι πιθανόν να μας οδηγούν στη δυστυχία. Ελέγχουμε τις αξίες που καθοδηγούν τη συμπεριφορά μας, ώστε να τη μεταβάλουμε και η ευτυχία μας να γίνεται ξανά προσιτή.

Σε έναν διάλογο, όταν απορρίπτονται οι ανεπαρκείς γνώμες για ένα ζήτημα, η

διατύπωση μιας νέας γνώμης οπωσδήποτε βελτιώνει το προηγούμενο

αδιέξοδο και φέρνει όλο και πιο κοντά στην αλήθεια διαμέσου της

συνειδητοποίησης. Ο διάλογος σε καμιά περίπτωση δεν είναι αυτοσκοπός,

αλλά πρέπει να είναι μέθοδος ανακάλυψης αληθειών που θα καθοδηγήσουν

τη σκέψη και τη συμπεριφορά μας

Για τον Σωκράτη ἀρετή ἴσον γνώση και το αντίστροφο. Η κακία οφείλεται σε

άγνοια και θεωρείται από τον Αθηναίο φιλόσοφο ακούσια [οὐδεὶς ἑκὼν κακὸς].

Η απόκτηση της αρετής αποφέρει ως όφελος ότι γινόμαστε καλύτεροι από τον

παλαιότερο εαυτό μας, ενώ η στόχευσή μας πάντα είναι η επίτευξη της

προσωπικής και κοινωνικής ευτυχίας. Ο δρόμος για την ευτυχία που αρμόζει

στον σοφότερο άνθρωπο, κατά τον Σωκράτη, είναι η προσπάθεια κατάκτησης

της γνώσης.

Μια επίσης ιδιαιτέρως σημαντική ιδέα του Σωκράτη είναι ότι κανείς άνθρωπος

δεν μπορεί να ειδικεύεται σε μια αρετή (λ.χ. στην ανδρεία). Αυτό συμβαίνει

επειδή η απαρχή της αρετής είναι ακριβώς η ίδια, ανεξάρτητα σε ποια πλευρά

της ζωής μας εκδηλώνεται. Έτσι, εκείνος που αποκτά μια αρετή, αναγκαστικά

αποκτά όλες ταυτόχρονα τις αρετές (Πρωταγόρας, 329e), δεδομένου ότι

ενυπάρχει μια ομοιότητα μεταξύ των «μερών» της συνολικής αρετής. Τέτοια

μέρη μπορεί να είναι το κουράγιο ή η δικαιοσύνη.

Σε αυτό το σημείο φαίνεται ότι χρειάζεται μια δομική προσέγγιση που συνειδητά πρεπει να καθορίζει την καθημερινότητα ώστε να προσεγγίσουμε τις αρετές.Οι αρετές είναι συνιφασμένες με τον χαρακτήρα μας.

Ο Σωκράτης, πραγματευόμενος αυτό το ζήτημα, κάνει μια ενδιαφέρουσα

παρατήρηση. Ταυτίζει την αρετή της σωφροσύνης με την ηθική διανοητική

υγεία. Όποιος, επομένως, συμπεριφέρεται με βάση την ηθική διανοητική υγεία

είναι εὖ βουλευόμενος, εκείνος δηλαδή που ενεργεί και επιλέγει «φρόνιμα»,

δηλαδή με φρόνηση. H λαθεμένη επιλογή ή η επιλογή βάσει των ηδονών είναι η νίκη του πάθους επί της γνώσης, δηλαδή ένα απλό σφάλμα υπολογισμού, το οποίο όμως πιθανότατα να μας οδηγήσει στο να φερθούμε άδικα στον εαυτό μας και στους άλλους.

Επομένως, η σωτηρία της ζωής μας σχετίζεται με την ορθή εκλογή της

ηδονής και της λύπης και την ορθή εκτίμηση του περισσότερου και του

λιγότερου, του μεγαλύτερου και του μικρότερου και επομένως πρόκειται για

μια μετρική επιστήμη. Η αποφυγή της υπερβολής και της έλλειψης στο

επίπεδο των ηθικών πράξεων εφαρμόζεται εκτός του πεδίου της ηθικής και

για τη συντήρηση της σωματικής υγείας.

Με ανάλογο τρόπο, η πράξη που αδικεί τους άλλους ταυτίζεται με μια ήττα επί

του εαυτού μας και το να καταβάλλεται κανείς από την ηδονή είναι απόδειξη

της μέγιστης αμάθειας (Πρωταγόρας, 357-358). Ο Σωκράτης, λοιπόν,

αντικρούει όσους θεωρούν πως κάτι άλλο, πέραν της αμάθειάς τους, είναι

εκείνο που φταίει για τα παθήματά τους, αλλά και για τις αποτυχίες στις

ιδιωτικές και δημόσιες υποθέσεις τους.

Αριστοτέλης

Ο Αριστοτέλης  διαφωνεί με την άποψη του Σωκράτη ότι η κακία οφείλεται

στην άγνοια, καθώς υποστηρίζει ότι η αρετή δεν αποκτάται μόνο μέσω της

γνώσης και της κατανόησης αλλά ότι για την απόκτησή της είναι απαραίτητη η

άσκηση ή η συνήθεια.

Πέρα από αυτήν την ανατροπή, αναγνωρίζεται και στον Αριστοτέλη ο

βουλητικός χαρακτήρας της αρετής, πράγμα που σημαίνει ότι το μέτρο που

μας καθοδηγεί για το πώς να φερόμαστε στη ζωή μας είναι η κρίση του

φρόνιμου νδρός. Ο ώριμος άνθρωπος, ή αλλιώς ο σπουδαος, διαθέτει μια

ικανότητα, ένα ασφαλές κριτήριο, χάρη στο οποίο διακρίνει τι έχει αξία και τι

όχι. Η ορθή κρίση, λοιπόν, φανερώνει την αλήθεια σε κάθε μας πράξη (Ηθ.

Νικ, 1113a29 και Γεωργούλης, Η Ιστ., 308-314).

Ως αρετή ορίζεται η συνήθεια να πράττουμε μέσω των επιθυμιών μας, τις

οποίες όμως επιθυμίες καθορίζουμε δια της λογικής και με βάση το κριτήριο

της μεσότητας.Η μεσότητα (το μέσο) μεταξύ υπερβολής και έλλειψης στη συμπεριφορά είναι η αρετή

Mια ακόμη διάκριση του Αριστοτέλη είναι εκείνη που γίνεται μεταξύ

διανοητικών και ηθικών αρετών. Οι διανοητικές αρετές αφορούν την

ενεργητικότητα του νου μας και ως προς αυτές, δεν ισχύει η αναζήτηση της

μεσότητας, ενώ οι ηθικές αρετές αφορούν τις ηθικές μας πράξεις

Ο Αριστοτέλης δίνει ιδιαίτερη σημασία στην αρετή της φιλίας και την εξυψώνει

πάνω ακόμη και από τη δικαιοσύνη. Η φιλία είναι κάτι που για τον Αριστοτέλη

υπάρχει εκ φύσεως και στα ζώα. Μοιάζει να είναι κάτι όμοιο με την ομόνοια,

την αρετή που είναι απαραίτητη για την ηρεμία και την ευτυχία της ζωής. Ο

λόγος που ο Αριστοτέλης εξυψώνει τόσο την φιλία είναι γιατί, όπως

υποστηρίζει, όταν συνδεόμαστε με φιλικούς δεσμούς δεν χρειαζόμαστε τη

δικαιοσύνη, καθώς μεταξύ των πραγματικών φίλων ενυπάρχει η ύψιστη

δικαιοσύνη. Αντιθέτως είναι οι δίκαιοι που, κατά τον Αριστοτέλη, χρειάζονται

τη φιλία.

Η αρετή στον Αριστοτέλη είναι ταυτόχρονα πιο πρακτική και πιο θεωρητική. Ο

Σταγειρίτης φιλόσοφος αναγνωρίζει ότι η ευδαιμονία έχει ως προϋπόθεση

κάποιους πρακτικούς όρους. Ταυτόχρονα, όμως θέτει ότι δεν μπορεί να

υπάρξει καθαρή ευτυχία αν ο άνθρωπος δεν μάθει να καλλιεργεί τις αμιγώς

θεωρητικές δυνάμεις του.

Ποιο είναι το ηθικό ιδεώδες της ανθρώπινης ζωής;

Υπάρχουν δύο είδη ενεργητικότητας και δύο είδη αρετών, η διανοητική

ενεργητικότητα και αρετή και η ηθική ενεργητικότητα και αρετή. Τίθεται,

λοιπόν, το ερώτημα: ποιο είδος μας ταιριάζει περισσότερο; Ο Αριστοτέλης

υποστηρίζει πως η τέλεια ευδαιμονία επιτυγχάνεται δια της άσκησης και

καλλιέργειας των διανοητικών αρετών. Ο θεωρητικός βίος, για όσο ζούμε,

αλλά και κατά την επιδίωξη της αθανασίας, είναι εκείνος που μας βοηθά να

καλλιεργήσουμε τα στοιχεία εκείνα που ενέχουν την υψηλότερη αξία και τα

οποία ενυπάρχουν μέσα μας (Ηθ. Νικ., 1177b32). Το να δίνουμε προσοχή,

όμως, στον θεωρητικό βίο δεν σημαίνει να παραγνωρίζουμε την αξία των

αγαθών των κατώτερης τάξεως αρετών. Αυτά τα αγαθά είναι ιδιαιτέρως

σημαντικά, καθώς είναι μέσα επίτευξης της ευτυχίας και συνιστούν, επίσης,

προϋπόθεση για την επίτευξη της ευδαιμονίας, την οποία αμιγώς επιφέρει

μόνο ο θεωρητικός βίος οΙδού το ερώτημα που θέτει ο Αριστοτέλης: Ποιο είναι το πλήρες σύνολο των αγαθών που όλοι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη;
Απαντώντας, ο Αριστοτέλης ξεκινά από τα βασικά.

Διατυπώνει μια αυτονόητη θέση: Αν και οι ανθρώπινες επιθυμίες διαφέρουν, όλοι έχουμε τις ίδιες ανάγκες σε φαγητό, νερό, ρουχισμό, στέγη και καλή υγεία.

Αυτό μας βοηθά να κατανοήσουμε και τη φράση του Τζέφερσον «όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι». Επειδή όλοι οι άνθρωποι εξ ίσου ανήκουν στο ίδιο είδος, όλοι έχουν τις ίδιες βασικές ανάγκες. Για παράδειγμα, τόσο ο Αριστοτέλης όσο και ο Τζέφερσον πιστεύουν πως όλοι έχουμε ανάγκη τους άλλους ανθρώπους· τους έχουμε ανάγκη για αγάπη, για οικογένεια, για φιλία και για μια αίσθηση κοινότητας.
Ο Αριστοτέλης λέει πως δεν είναι μόνο το ότι οι φυσιολογικοί άνθρωποι έχουν ανάγκη τη συντροφιά άλλων ανθρώπων, αλλά και το ότι τη χρειάζονται τακτικά, όχι περιστασιακά, όπως το να έχεις φαγητό για μία ημέρα δεν αρκεί. Στο πασίγνωστο απόσπασμά του από τα Ηθικά, γράφει ο Αριστοτέλης, «Μία γάρ χελιδών έαρ ού ποιεί, ουδέ μία ήμερα: οϋτω δε ουδέ μακάριον καί εύδαίμονα μία ημέρα ούδ’ ολίγος χρόνος».
Συνεπώς, για να λέμε ότι ορισμένοι άνθρωποι είναι ευτυχισμένοι, πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι έχουν αρκετή τροφή, ρουχισμό και στέγη σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους, όπως και συντρόφους ήδη από τη νεανική τους ηλικία ως το τέλος των ημερών τους. Μπορούμε να αποκαλέσουμε ευτυχισμένους τους ανθρώπους που δεν διαθέτουν τουλάχιστον αυτές τις λίγες ανάγκες για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους;
Ο Αριστοτέλης γνωρίζει άτομα που είναι «αυτάρκη», μοναχικούς λύκους που δεν φαίνεται να θέλουν ή να χρειάζονται άλλους ανθρώπους. Μας λέει πάντως ότι τέτοια άτομα πρέπει να είναι «ή θηρία ή θεοί», επειδή η συμπεριφορά τους αντιτίθεται στη φυσική τάση του είδους μας. Γι’ αυτόν, οι ανάγκες των κοινωνικά απροσάρμοστων που συμπεριφέρονται με μη ανθρώπινους τρόπους δεν συνιστούν έγκυρους δείκτες του τι χρειάζονται οι άνθρωποι για να ευτυχήσουν. Οι εξαιρέσεις δεν ακυρώνουν τον αυταπόδεικτο κανόνα πως η πλειοψηφία των μελών του ανθρώπινου είδους μοιράζεται μια κοινή ομάδα αναγκών.Γενικά, όσα υποστηρίζει ο Αριστοτέλης αποτελούν κοινή λογική, αλλά, ταυτοχρόνως, μπορεί να είναι και παράλογα. Μας παρακινεί να διαφωνήσουμε μαζί του: για μια στιγμή, Αριστοτέλη. Αν το μέτρο της ευτυχίας είναι ο τέλειος βίος, πώς γίνεται και αμέσως αποδίδουμε την ευτυχία στα παιδιά;
Λέμε πως τα παιδιά είναι ευτυχισμένα, εξηγεί ο Αριστοτέλης, «διά την ελπίδα μακαρίζονται» και όχι εξ αιτίας των επιτευγμάτων τους, διότι «ένδέχεται τον μάλιστ’ εύθυνοϋντα μεγάλαις συμφοραΐς περιπεσεϊν έπί γήρως». Προβλέπει τις περισσότερες αντιρρήσεις μας.
Πρώτον, παραδέχεται το προφανές: Ένας τέλειος βίος απαιτεί και ένα στοιχείο καλοτυχίας· οι ευτυχέστεροι νέοι έχουν άφθονο χρόνο μπροστά τους για να συναντήσουν πηγές δυστυχίας και πόνου. Ούτε όσοι είναι ευτυχισμένοι στα πενήντα τους είναι ασφαλείς: ο Αριστοτέλης περιγράφει αρχαίους Έλληνες που έμοιαζαν ευτυχισμένοι, αλλά, καθώς μεγάλωναν, δέχτηκαν απανωτά χτυπήματα της μοίρας. Έχασαν τα χρήματά τους, πέθαναν οι φίλοι τους, και όταν αρρώστησαν ή έγιναν ανήμποροι τα παιδιά τους τους εγκατέλειψαν.
Ο Αριστοτέλης ρωτά: Θα μπορούσε να πει κανείς ότι πρώην τυχεροί άνθρωποι διήγαγαν ευτυχισμένο βίο; Όχι.

Μόνο αν τα άτομα αυτά είχαν

(α) βασικά υλικά αγαθά,

(β) καλούς φίλους, και

(γ) καλή τύχη κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους μπορούμε να αρχίσουμε να λέμε ότι είναι ευτυχισμένα.
Παρά ταύτα, ο Αριστοτέλης ισχυρίζεται ότι τέτοιου είδους τυχεροί άνθρωποι είναι ευδαίμονες μόνο κατά τον τρόπο βάσει του οποίου θα μπορούσε να ειπωθεί πως ένα ελάφι διάγει ευτυχή βίο αν έζησε μέχρι τα βαθιά του γεράματα, είχε καλή υγεία, ήταν μέλος ενός ειρηνικού κοπαδιού, ζούσε σε δάσος κατάφυτο και απαλλαγμένο από άγρια θηρία, είχε ζευγαρώσει πολλές φορές και ποτέ δεν του έλειψαν η τροφή και το νερό. Ομολογεί πως αυτού του είδους η βασική ευχαρίστηση είναι κοινή σε ανθρώπους και στα υπόλοιπα ζώα.
Η μακραίωνη πορεία του ανθρώπινου πολιτισμού σχετίζεται με τη συλλογική επιθυμία του είδους μας να μην έχει μόνο ψωμί στο τραπέζι, δορές στις πλάτες, καταφύγιο τον χειμώνα και σεξ. Οι άνθρωποι σίγουρα δεν θα είναι ευχαριστημένοι με μια ζωή στην οποία θα ικανοποιούνται μόνο οι ζωώδεις ανάγκες τους. Θέλουν και κάτι ακόμη.

Ο Πλάτων λέει ότι θέλουν πιο πολλά αγαθά. Είναι, όμως, η επιθυμία μας για υλικά αγαθά αυτό που μας κάνει να ξεχωρίζουμε από τα ζώα, και αν όχι, γιατί παλεύουν οι άνθρωποι σε τούτη τη ζωή;
Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι κάθε πράγμα είναι φτιαγμένο για έναν μόνο σκοπό, και όπως έχουμε δει, αυτός ο σκοπός για τους ανθρώπους είναι η άσκηση της ικανότητάς μας για υψηλή λογική. Λέει πως αυτό για το οποίο πασχίζουμε είναι η καλλιέργεια της ικανότητας αυτής. Η ευδαιμονία, λοιπόν, κατά τον Αριστοτέλη, πηγάζει από την προσπάθειά μας να γίνουμε όσο το δυνατόν καλύτεροι άνθρωποι.

Η ευδαιμονία δεν είναι μια κατάσταση αλλά είναι ενας τρόπος ζωής .Είναι η ζωή του ενάρετου που εχει κατακτήσει ( με την επανάληψη) τις διανοητικές και ηθικές αρετές και τις έχει κανει έξεις

Επίκουρος

 

Επίκουρος (Σάμος, 341 π.Χ. – Αθήνα, 270 π.Χ.) : για κάποιους θεωρείται ως ο σημαντικότερος αρχαίος έλληνας φιλόσοφος. Ήταν ιδρυτής του Επικουρισμού, μιας από τις πιο γνωστές σχολές της ελληνιστικής φιλοσοφίας.

Ένας από τους υπέρμαχους της αταραξίας ήταν ο Επίκουρος. Ο ιδρυτής της Σχολής του Κήπου (κατά την παράδοση, ο ίδιος μη βρίσκοντας διαθέσιμο γυμνάσιο,δίδασκε σε έναν κήπο που αγόρασε), πρότεινε να αποφεύγουμε την δημόσια ζωή (λάθε βιώσας) και να επιδιώκουμε την απλή ζωή η οποία εγγυάται την ευτυχία(το μακαρίως ζῆν οδηγεί στο ζῆν ἡδέως).

Κριτήρια ευτυχίας για τον Επίκουρο:

Υπάρχουν δύο κριτήρια στη ζωή μας βάσει των οποίων γινόμαστε δυστυχείς

ή ευτυχείς. Αυτά είναι ο πόνος και η ηδονή. Η ηδονή, για τον Επίκουρο, είναι

πρωτίστως απουσία πόνου,·ἀπονία. Ο κύριος στόχος της φιλοσοφίας του

είναι να εξαλείψει τον πόνο από την ζωή μας, τόσο τον σωματικό όσο και τον ψυχικό. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί χάρη στην ευθυκρισία, η οποία οδηγεί σε σωστές επιλογές στην καθημερινότητά μας αφ’ ενός, και στην ορθή αντίληψητης πραγματικότητας αφ’ ετέρου. Η ορθή κρίση αποτρέπει ή θεραπεύει τους περισσότερους από τους πόνους, αφήνοντας μόνον λίγους να μας ταλαιπωρούν.

Για παράδειγμα, εάν χρησιμοποιήσω την κρίση μου σωστά και

φάω όσο πρέπει και όχι πάρα πολύ, θα αποφύγω τον πόνο της δυσπεψίας

(αποτροπή πόνου). Εάν, πάλι, συνειδητοποιήσω πως ο άνθρωπος και ο

θάνατος ουδέποτε συναντώνται, αφού όταν εγώ είμαι ζωντανός ο θάνατος

απουσιάζει, ενώ όταν αυτός έλθει εγώ δεν είμαι πλέον εδώ ώστε να τον

βιώσω, διευθετώ τον -παράλογο κατά τον Επίκουρο- ψυχικό πόνο που μου

προξενεί ο θάνατος (θεραπεία πόνου). Με τον τρόπο αυτό, οι μόνοι πόνοι

που θα πρέπει να υποστώ στην ζωή μου είναι όσοι αναπόφευκτα συνοδεύουν

την φύση μου: ένα σπάσιμο, για παράδειγμα, ή έναν τραυματισμό. Αλλά και

αυτοί οι πόνοι, λέει ο Επίκουρος, με την ορθή κρίση μετριάζονται κατά πολύ

και μπαίνουν στο πραγματικό τους πλαίσιο: η παρατήρηση δείχνει πως ο οξύς πόνος είναι σύντομος, ενώ ο επίμονος πόνος είναι υποφερτός. Συνεπώς, εάν τραυματιστώ, μπορώ να είμαι βέβαιος πως είτε ο πόνος που αισθάνομαι δεν θα διαρκέσει πολύ, είτε πως, εάν διαρκέσει, εύκολα θα μπορώ να τον υπομείνω. Αλλά ακόμη και εάν ο πόνος είναι επίμονος και έντονος, παρότι κατά τον Επίκουρο αυτό συμβαίνει σπάνια, μπορώ με την δύναμη της σκέψης μου να τον καταστήσω ηπιότερο ή και να τον νεκρώσω εντελώς, απλώς φέρνοντας στον νου μου ευτυχισμένες στιγμές.

Είδη πόνου

Ο πόνος μπορεί να είναι είτε σωματικός, είτε ψυχικός. Ο σωματικός πόνος

οφείλεται είτε σε δικές μας επιλογές, είτε στην τύχη Η πρώτη κατηγορία πόνου προλαμβάνεται αν σκέφτομαι και κρίνω ορθά προτού κάνω κάτι, ενώ η δεύτερη θεραπεύεται εάν σκέφτομαι και κρίνω ορθά

αφού υποστώ κάτι – είτε με το να σκέφτομαι πως αν ο πόνος είναι οξύς θα

περάσει σύντομα, όπως ήδη έχουμε αναφέρει, είτε με το να ξεπερνώ τον

επίμονο (αλλά υποφερτό) πόνο με την δύναμη της σκέψης και της ανάμνησης

(ευχάριστων στιγμών). Σε κάθε περίπτωση, ο σωματικός πόνος μπορεί είτε να

προληφθεί, είτε να ελεγχθεί εύκολα. Ο ψυχικός πόνος, ωστόσο, είναι

περισσότερο απαιτητικός. Από τους ψυχικούς πόνους, στο σημείο αυτό θα

εστιάσουμε στον πιο βαρύ, κατά τον Επίκουρο, που δεν είναι άλλος από τον

φόβο.

Ποια είναι αυτά που μας προξενούν φόβο; Μα, βέβαια, είτε οι άλλοι άνθρωποι, είτε ο θεός, είτε ο θάνατος. Πως θα απαλλαγούμε από τους

φόβους αυτούς; Με την ορθή κρίση, πάλι, η οποία θα μας βοηθήσει να

κάνουμε τις ορθές επιλογές, ώστε να μείνουμε μακριά από τις πηγές του

φόβου μας.

Πώς μένω μακριά από τους άλλους; Είναι αλήθεια πως δεν μπορείς να

απομακρυνθείς εντελώς. Ωστόσο, λέει ο Επίκουρος, είναι στο χέρι σου να

κρατήσεις απόσταση ασφαλείας. Να μην εμπλέκεσαι στα κοινά, φέρ’ ειπείν,

ώστε να μην ξεχωρίζεις – το δέντρο που πετροβολείται είναι αυτό που

ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα. Γενικώς να μην ξεχωρίζεις: λάθε βιώσας – ζήσε

την ζωή σου όσο πιο απαρατήρητος μπορείς, έτσι θα έχεις την ησυχία σου και

οι άλλοι θα σε απειλούν όσο λιγότερο γίνεται. Μην δεσμεύεσαι

συναισθηματικά με απόλυτο και μόνιμο τρόπο και μην αποκτάς απογόνους –

αν το κάνεις, προσφέρεις ομήρους στην μοίρα: ο σύντροφός σου και τα παιδιά

σου μπορούν να αποτελέσουν για εσένα πηγή φόβου, αφού διαρκώς θα

νοιάζεσαι για την ευημερία τους. Να αποφεύγεις ακόμη και τις ερωτικές

σχέσεις – η συνουσία, λέει ο Επίκουρος, έβλαψε πολλούς, και δεν γνωρίζω

κανέναν που να ωφελήθηκε από αυτήν. Να περιτριγυρίζεσαι από φίλους –

αυτοί αποτελούν ένα καλό δίχτυ ασφαλείας και ανάχωμα στις αναποδιές της

ζωής. Αν ακολουθήσεις αυτές τις απλές πρακτικές συμβουλές της λογικής, ο

φόβος που σου προξενούν οι άλλοι θα ελαχιστοποιηθεί ή, ακόμη

περισσότερο, θα εκμηδενισθεί.

Ο θεός; Μήπως με τιμωρήσει όσο ζω; Μήπως οργισθεί μαζί μου και μου

στερήσει την εύνοιά του; Μα, εξ ορισμού, ο θεός είναι τέλειο ον. Ένα τέλειο ον,

είναι απολύτως λογικό. Και ένα απολύτως λογικό ον αποφεύγει τον πόνο και

επιδιώκει μόνο την ηδονή – αφού το κάνουν οι άνθρωποι που είναι ατελή

όντα, ο θεός που είναι τέλειος θα το κάνει σε απόλυτο βαθμό. Τα ανθρώπινα,

όμως, μόνον πόνο προξενούν σε έναν θεό, και καθόλου ηδονή. Συνεπώς, ο

θεός κατ’ επιλογήν δεν ασχολείται διόλου με τα ανθρώπινα, άρα δεν γνωρίζει

καν την ύπαρξή σου. Προφανώς δεν έχεις κανέναν λόγο να φοβάσαι την οργή

του θεού.

Εντάξει, και ο θάνατος; Πως θα είναι να είμαι νεκρός; Και, μήπως τιμωρηθώ

για τις αμαρτίες μου και σταλώ στην κόλαση, όπου θα βασανίζομαι ες αεί; Και

οι δυο φόβοι, λέει ο Επίκουρος, είναι ανυπόστατοι, και με την ορθή χρήση της

σκέψης μας μπορούν να αρθούν. Όσον αφορά τον πρώτο, ο νεκρός δεν

μπορεί να αισθάνεται. Θυμάστε που είπαμε πως η ψυχή είναι υλική; Με τον

θάνατο, διαλύεται και αυτή μαζί με το υπόλοιπο σώμα, και αυτό που

διαλύεται, λέει ο Επίκουρος, παύει να έχει αισθήσεις – το διαλυθέν αναισθητεί.

Συνεπώς, όπως και να είναι ο θάνατος, εσύ δεν πρόκειται να το νιώθεις. Όσο

για την συνάντησή σου με αυτόν, όπως ήδη έχουμε πει, αυτή ουδέποτε

πραγματοποιείται, αφού όταν αυτός έλθει εσύ έχεις φύγει, και όσο είσαι εδώ

δεν έχει ακόμη έλθει αυτός. Σε ό, τι αφορά την μεταθανάτια τιμωρία, το ζήτημα

έχει ήδη καλυφθεί: ένας θεός που επιλέγει να αγνοεί την ύπαρξή σου ώστε να

διατηρήσει την ευδαιμονία του, αγνοεί εξ ίσου τόσο τα αμαρτήματά σου, όσο

και τις αγαθές σου πράξεις.

Η διδασκαλία του Επίκουρου για την θεραπεία του πόνου συνοψίζεται στην περίφημη τετραφάρμακό του: Ἄφοβον ὁ θεός, ἀνύποπτον ὁ θάνατος καὶ τἀγαθόν μὲν εὔκτητον, τὸ δὲ δεινόν εὐκαρτέρητον (Φιλόδημος, Προς Σοφιστάς,IV 10-14). Δηλαδή, δεν πρέπει να φοβάσαι τον θεό, δεν θα καταλάβεις καν τον θάνατό σου, το καλό μπορείς εύκολα να το πετύχεις και το κακό μπορείς εύκολα να το υπομείνεις.

Ηδονή και πόνος

Ήταν ο Επίκουρος και όχι κάποιος Στωικός, λέει ο Russell, που έγραψε πως ο

σοφός ακόμη και στον τροχό του βασανισμού μπορεί να είναι ευτυχής. Ο ίδιος

ο Επίκουρος την τελευταία ημέρα της ζωής του μέσα σε αφόρητους πόνους

γράφει στον Ιδομενέα πάνω κάτω τα εξής: αυτήν εδώ την τελευταία ημέρα της

ζωής μου, που οι πόνοι των εντέρων είναι εντονότεροι από ποτέ, ο ίδιος

αισθάνομαι την μεγαλύτερη δυνατή ευτυχία ενθυμούμενος τις όμορφες

συζητήσεις μας. Ας σημειωθεί εδώ πως ο πόνος, όπως και η ηδονή δεν είναι

απόλυτα μεγέθη, καθώς για τον κάθε άνθρωπο δεν είναι ίδια η αντίληψη του

πόνου ή της ηδονής. Επιπλέον, όταν αναφερόμαστε στον πόνο μπορεί να

μιλάμε ακόμα και για την ενόχληση ή τη δυσφορία που μπορεί να νοιώθουμε

για το ο,τιδήποτε και αντίστοιχα, όταν μιλάμε για την ηδονή δεν αναφερόμαστε

οπωσδήποτε στη σωματική ευχαρίστηση, αλλά σε όλα εκείνα τα πράγματα

που μας βοηθούν να νοιώθουμε ικανοποίηση ή ευχαρίστηση, όπως ένα

γεύμα, μια βόλτα, μια εκδρομή κ.λπ.

Για τον Επίκουρο, η ηδονή ταυτίζεται με το αγαθό, εφόσον το αγαθό προκαλεί

ηδονή. Ο λόγος που κάθε ηδονή είναι αγαθό είναι η φυσική συγγένεια που

υπάρχει σε εμάς και στο αγαθό και αντίστοιχα η αποφυγή του πόνου εξαιτίας

της φυσικής παρόρμησης που υπάρχει μέσα μας.

Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να επιδιώκουμε κάθε ηδονή με τον ίδιο

τρόπο, ούτε αντίστοιχα ότι πρέπει να αποφεύγουμε κάθε πόνο. Η ηδονή και ο

πόνος δεν είναι αντίθετα, αλλά συσχετίζονται ως αντιφατικά μεταξύ τους,

καθώς η απουσία του ενός συνεπάγεται την παρουσία του άλλου. Όμως, κατά

τον Επίκουρο, δεν υπάρχει κάτι ανάμεσα στον πόνο και στην ηδονή, δηλαδή

διαθέσεις ή στάσεις που τις χαρακτηρίζει η αδιαφορία (Long, Η Ελληνιστ.

Φιλοσοφ., 114): όλα είναι σε κάποιο ποσοστό επώδυνα και σε κάποιο άλλο

ευχάριστα, και η διακύμανση της ποσόστωσης αυτής είναι που τα καθιστά είτε

επώδυνα είτε ευχάριστα.

Ο τρόπος να κρίνουμε την ηδονή και τον πόνο είναι η προσεκτική εκτίμηση

των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων που υπάρχουν στη ζωή μας. Ο

Επίκουρος διδάσκει ότι προέχει να βρούμε έναν κανόνα, ο οποίος θα μας

καθιστά ικανούς να διακρίνουμε την αλήθεια από το ψέμα (Γεωργούλης, Ιστ.,

425). Μια προσεκτική εκτίμηση είναι απαραίτητη, γιατί αν λείπει, τότε εύκολα

μπορεί να πλανηθούμε και να θεωρήσουμε ένα καλό σαν κακό και αντίστροφα

έναν κακό σαν καλό.

Όταν ο Επίκουρος υποστηρίζει ότι η ηδονή είναι ο σκοπός της ζωής, δεν

εννοεί τις ηδονές των ασώτων και των απολαύσεων, αλλά την απαλλαγή από

τον πόνο του σώματος και από την ταραχή του νου. Ο μεγαλύτερος από

όλους τους πόνους είναι η πνευματική ταραχή, η οποία είναι αποτέλεσμα της λανθασμένης κρίσης για πράξεις που στοχεύουν στην ηδονή, καθώς και της περτίμησης ή της υποτίμησης των επιθυμιών μας. Αφού το πρώτο έχει ήδη αναλυθεί προηγουμένως, ας εστιάσουμε λίγο στο δεύτερο.

Οι επιθυμίες μας, λέει ο Επίκουρος, είναι είτε

[α] φυσικές και αναγκαίες, είτε

[β] φυσικές αλλά όχι αναγκαίες, είτε

[γ] ούτε φυσικές ούτε αναγκαίες.

Φυσική και αναγκαία επιθυμία μου είναι να πιω νερό, διότι αν δεν πιω θα πονάω καιστο τέλος θα πεθάνω. Φυσική αλλά μη αναγκαία επιθυμία μου είναι να πιω σαμπάνια - είναι φυσική διότι το σώμα μου χρειάζεται υγρά, αλλά μη αναγκαίαδιότι το νερό θα έκανε μια χαρά την δουλειά της σαμπάνιας στην θέση της. Μη φυσική και μη αναγκαία είναι η επιθυμία μου να απολαμβάνω τιμές από τους άλλους: τίποτα στην φύση μου δεν το επικροτεί, και μπορώ να ζήσω θαυμάσια χωρίς αυτό - μάλιστα, λέει ο Επίκουρος, εάν θέλω να ζήσω

θαυμάσια, τότε θα πρέπει να ζήσω χωρίς τιμές και δόξα, αφού αυτές φέρνουν

τον φθόνο των άλλων και, συνεπώς, τον φόβο στην δική μου ψυχή. Κοιτάξτε

τώρα να δείτε: οι φυσικές και αναγκαίες επιθυμίες ικανοποιούνται πάρα πολύ

εύκολα - λίγο ψωμί και λίγο νερό είναι πολύ εύκολα να τα βρει κανείς. Οι

φυσικές και μη αναγκαίες ικανοποιούνται δυσκολότερα - η σαμπάνια είναι

ακριβότερη από το νερό και το χαβιάρι ακριβότερο από το ψωμί. Οι μη

φυσικές και μη αναγκαίες ικανοποιούνται πάρα πολύ δύσκολα - πόσοι είναι

εκείνοι που απολαμβάνουν τιμές και κατακτούν την δόξα; Συνεπώς, εάν

μάθουμε να διακρίνουμε τις επιθυμίες μας μεταξύ τους, θα είμαστε ευτυχείς,

αφού αυτά που πραγματικά χρειαζόμαστε από την φύση μας και έχουμε

ανάγκη βρίσκονται στις άκρες των δακτύλων μας - αρκεί μόνον να

απλώσουμε το χέρι μας για να τα αποκτήσουμε: το νερό αποτελεί φυσικό

αγαθό που το βρίσκουμε παντού, και όσο για λίγη τροφή... αν ο ουρανίσκος

μας δεν είναι απαιτητικός, είναι εύκολο να την βρούμε. Αντίθετα, τις

δυσπρόσιτες φυσικές αλλά μη αναγκαίες επιθυμίες μας δεν θα τις

επιδιώκουμε με πάθος, ούτε και θα στενοχωριόμαστε όταν δεν θα

καταφέρνουμε να τις πραγματοποιούμε. Όποτε αυτές έρχονται, όμως, θα τις

απολαμβάνουμε πιο πολύ από ό, τι τις απολαμβάνουν αυτοί που τις

κυνηγούν. Αυτός που απολαμβάνει περισσότερο ένα ποτήρι σαμπάνιας

άριστης ποιότητας είναι εκείνος που το χρειάζεται και το ποθεί λιγότερο, θα

έλεγε ο Επίκουρος. Και όσον αφορά τις μη φυσικές και μη αναγκαίες

επιθυμίες, όπως η επιθυμία για δόξα, αυτές δεν θα καθορίζουν πλέον ούτε

την ζωή μας, ούτε - πολύ περισσότερο - την ψυχική μας διάθεση. Στο πλαίσιο

αυτό οι απλές, στοιχειώδεις σωματικές ηδονές είναι εξόχως σημαντικές: η

ηδονή, λέει ο Επίκουρος, ξεκινά από το στομάχι (Αθηναίος, Δειπνοσοφισταί,

2,1.120.31). Επίσης: δεν μπορώ να καταλάβω τι είναι αγαθό, αν δεν λάβω

υπόψη μου τις ηδονές που προξενούν τα μαγειρικά παρασκευάσματα, καθώς

και εκείνες που προκαλούν τα αφροδίσια, τα μουσικά ακροάματα και τις

καλλιτεχνικές μορφές (Διογ. Λαερτ., 10, 6). Ο άνθρωπος που ενστερνίζεται

την οπτική του Επίκουρου γίνεται ευτυχισμένος διότι έχει λίγες, απλές

επιθυμίες, τις οποίες μπορεί εύκολα να ικανοποιεί, συνεπώς είναι

θωρακισμένος απέναντι στον ψυχικό πόνο που επιφέρει η έλλειψη, η

αποτυχία σε κάτι, η ασημότητα και άλλα τέτοια.

Ο λόγος που δίνεται σημασία στις σωματικές ηδονές είναι επειδή και εκείνες

επηρεάζουν την ψυχή θετικά: είναι αδύνατον να ασχοληθείς με την τέχνη ή το

πνεύμα αν το στομάχι σου πονάει από την πείνα. Είναι, επίσης, δύσκολο να

είσαι προσηνής, ευχάριστος ή ευγενής στην ίδια περίπτωση. Ωστόσο δεν

γίνεται να παραβλέψουμε ότι οι ηδονές αυτές διαρκούν μόνο για λίγο χρόνο,

ενώ οι ψυχικές ηδονές διαρκούν περισσότερο (Γεωργούλης, Ιστ., 436).

Έτσι, οι ηδονές των ασώτων δεν οδηγούν στην ευδαιμονία. Αυτό το

επιτυγχάνουν μόνον όσες συντελούν στην απαλλαγή του σώματος από τον

πόνο και της ψυχής από την ταραχή. Μια ηδονή που δεν κατορθώνει να

εξαλείψει έναν μεγαλύτερο πόνο, κατά τον Επίκουρο, πρέπει να αποκλείεται.

Οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί με τις σωματικές ηδονές: η ηδονή που

προκαλείται από την ικανοποίηση των αισθήσεων μπορεί να έχει ως

επακόλουθο μεγαλύτερο πόνο.

Παράδειγμα 2. Πώς η ικανοποίηση των αισθήσεων μπορεί να επιφέρει

μεγαλύτερο πόνο

Για να κατανοήσουμε πως η ικανοποίηση των αισθήσεων μπορεί να επιφέρει

μεγαλύτερο πόνο αρκεί μόνο να παρατηρήσουμε τι επίδραση έχουν σε εμάς η

ικανοποίηση ορισμένων ηδονών αργότερα ή την επόμενη ημέρα. Για

παράδειγμα μπορεί κανείς να απολαμβάνει βραδινά ποτά ή την συγκίνηση

των τυχερών παιχνιδιών. Η συγκίνηση, όμως, που αποκομίζει από την

ικανοποίηση των επιθυμιών αυτών πρέπει να συγκριθεί με αυτό που νοιώθει

την άλλη μέρα το πρωί. Η κατανάλωση των ποτών μπορεί να έχει ως

επακόλουθο δυσάρεστα συμπτώματα και τα τυχερά παιχνίδια επιφέρουν αν

μη τι άλλο την αγωνία για την απώλεια χρημάτων.

Ο Επίκουρος διδάσκει την υπομονή και την εγκαρτέρηση, καθώς η φιλοσοφία

του προσπαθεί να δώσει λύσεις για τους φόβους μας, και για την ταλαιπωρία

στην οποία υποβαλλόμαστε από τις αναταραχές της κοινωνικής και πολιτικής

ζωής. Στόχος του είναι να ενδυναμωθούμε για την αντιμετώπιση της

καθημερινής αβεβαιότητας, όπως επίσης να αποκτήσουμε τα μέτρα για την

επίτευξη της ψυχικής και σωματικής γαλήνης.

Επομένως, οι ηδονές και η επιδίωξη της αρετής δεν αποτελούν τον έσχατο

σκοπό για της ζωής, αλλά μόνο την προϋπόθεση για την επίτευξη της

αταραξίας. Ωστόσο η αταραξία δεν επιτυγχάνεται αν προτιμάται άκριτα η

πρώτη ηδονή που θα βρεθεί στον δρόμο μας, καθώς πρέπει να κρίνει κανείς

το κάθε τι μέσω της σύγκρισης, της μέτρησης και της επισκόπησης των

συμφερόντων και των ασύμφορων καταστάσεων

Ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Νικομάχεια» διακρίνει μεταξύ της ἐν κινήσει και της

ἐν ἠρεμίᾳ ηδονής. Η διάκριση αυτή επηρέασε την ηδονιστική θεωρία του

Επίκουρου, ο οποίος διακρίνει επίσης δύο είδη ηδονής· την κινητική, που

αφορά τις ενέργειες του ανθρώπου για την απαλλαγή από τον πόνο, και τη

στατική (καταστηματική), η οποία χαρακτηρίζεται από την πλήρη απουσία

πόνου και την απόλαυση αυτής της κατάστασης. Η αταραξία και η έλλειψη

πόνου είναι ηδονές στατικές. Η χαρά και η ευχαρίστηση, ωστόσο, είναι ηδονές

που πραγματοποιούνται μέσω της κίνησης. Πρωτίστως, για την ικανοποίηση

των στατικών ηδονών είναι αναγκαία η ύπαρξη της κινητικής ηδονής, που θα

εξαλείψει τον πόνο και τη στέρηση. Ωστόσο, η ορθή κρίση επιβάλλει το μέτρο

στην απόλαυση των κινητικών ηδονών, και τον σταθερό προσανατολισμό μας

στην επιδίωξη των στατικών: αν φάω πάρα πολύ, δηλαδή αν το παρακάνω με

την κινητική ηδονή που συνοδεύει το φαγητό, δεν θα βιώσω την στατική

ηδονή που ακολουθεί ένα γεύμα που με χόρτασε μεν, αλλά δεν υπερέβη το

μέτρο.

Επιθυμία και Αρετή

Η έννοια της ηδονής του Επίκουρου έχει στενή σχέση με αυτό που εννοούμε

επίτευξη των επιθυμιών μας. Κατά τον Επίκουρο, όπως ήδη είπαμε, μερικές

επιθυμίες είναι φυσικές και άλλες μη φυσικές· από τις φυσικές, μερικές είναι

αναγκαίες, και άλλες μη αναγκαίες. Και από τις αναγκαίες και φυσικές

επιθυμίες, μερικές είναι αναγκαίες για την ευδαιμονία, άλλες για την αρμονική

λειτουργία του σώματος και άλλες για την ίδια τη ζωή (Επ., Μεν., 127-8).

Σημαντικό στοιχείο της διδασκαλίας του Επίκουρου που συμβάλλει στην

πορεία προς μια ζωή που στερείται ταραχών είναι ότι ο ίδιος δεν ενδιαφέρεται

γι’ αυτό που «πρέπει» ή γι’ αυτό που «αρμόζει». Το ενδιαφέρον του έγκειται

σε «αυτό που γίνεται»· στο εφικτό. Το «πρέπει» στην περίπτωση της

επιδίωξης της ηδονής δεν σημαίνει την υποχρέωση απέναντι σε κάποιο ηθικό

νόμο, αλλά προσδιορίζει αυτό που χρειάζεται να γίνει, αν θέλουμε να

φτάσουμε στην αταραξία.

Οι αρετές είναι απαραίτητα μέσα για να την επιτύχουμε. Η σωφροσύνη μας

βοηθά να κυριαρχήσουμε στις επιθυμίες μας. Η ανδρεία μας καθιστά ικανούς

να αντιμετωπίσουμε με θάρρος τους φόβους μας, τον θάνατο και τα δεινά που

αντιμετωπίζουμε. Η δικαιοσύνη είναι απαραίτητη για την συμβίωση, ώστε να

μην βλάπτεται ο ένας από τον άλλον. Και τέλος, ιδιαίτερη σπουδαιότητα

αποδίδεται από τον Επίκουρο στη φιλία. Η φιλία είναι αρετή από μόνη της,

λέει ο Επίκουρος, και βασίζεται στην ωφέλεια. [Πᾶσα φιλία δι’ ἑαυτὴν αἰρετή·

ἀρχὴν δὲ εἴληφεν ἀπὸ τῆς ὠφελείας] (Gnomologium Vaticanum Epicureum,

23.1). Και ο σοφός, που ακόμη και στον τροχό του βασανισμού του μπορεί να

διατηρεί την αταραξία του, εντούτοις θα κλάψει για τον φίλο του, αλλά και θα

πεθάνει ακόμη για χάρη του: ὑπὲρ τοῦ φίλου ποτὲ τεθνήξεται (Διογ. Λαέρτ.,

10, 121) Ο ίδιος ο Επίκουρος, την τελευταία ημέρα της ζωής του και με

αφόρητους σωματικούς πόνους, βρίσκει την δύναμη να γράψει στον Ιδομενέα

να προσέχει τα παιδιά του καλύτερου φίλου του, του Μητρόδωρου

(Epistularum Fragmenta, 52.7).

Μάθαμε  από τον Επικουρο συνοψίζοντας ότι:

Η ευδαιμονία, όπως την αντιλαμβάνεται ο Επίκουρος, είναι πάνω από όλα

γαλήνη, αταραξία και απουσία πόνου.

Η ψυχή είναι υλική, συνεπώς με τον θάνατο διαλύεται όπως και το σώμα

μας, άρα δεν υπάρχει μετά θάνατον ζωή.

Το σώμα μας επηρεάζει την ψυχή μας, και η ψυχή το σώμα μας. Εάν

έχουμε καλύψει τις βασικές σωματικές μας ανάγκες, θα έχουμε

ικανοποιήσει και την ψυχή μας.

Πρέπει να αποδίδουμε στα διάφορα είδη επιθυμιών μας την αξία που

αρμόζει σε κάθε ένα από αυτά: περισσότερη αξία στις φυσικές και

αναγκαίες, λιγότερη στις φυσικές αλλά μη αναγκαίες, και ελάχιστη στις μη

φυσικές και μη αναγκαίες.

Αν χρησιμοποιούμε την κρίση μας ορθά, θα υποφέρουμε λιγότερο: θα

προλαμβάνουμε τον σωματικό πόνο και θα διευθετούμε τον ψυχικό.

Δεν πρέπει να φοβόμαστε τον σωματικό πόνο, τον θάνατο, τον θεό και

τους συνανθρώπους μας.

Δεν πρέπει να επιδιώκουμε αλόγιστα κάθε ηδονή με την ίδια ένταση.

Η ηδονή δεν ταυτίζεται με την απαρέγκλιτη ικανοποίηση των αισθήσεων

και είναι απαραίτητη για την εκλογή η κρίση, που έχει ως πρότυπο την

εφαρμογή του κανόνα.

Η αρετή είναι απαραίτητη για την αταραξία, όχι ως ουσιώδες συστατικό

στοιχείο, αλλά ως μέσο για την κατάκτησή της.

 

Μερικές από τις ρήσεις του είναι οι εξής:
Ὁ θάνατος οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς· τὸ γὰρ διαλυθὲν ἀναισθητεῖ͵ τὸ δ΄ ἀναισθητοῦν οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς.
Ο θάνατος δεν είναι τίποτε για εμάς, διότι αυτό που έχει αποσυντεθεί δεν αισθάνεται και αυτό που δεν αισθάνεται δεν είναι τίποτε για εμάς.


Ὅρος τοῦ μεγέθους τῶν ἡδονῶν ἡ παντὸς τοῦ ἀλγοῦντος ὑπεξαίρεσις. ὅπου δ΄ ἂν τὸ ἡδόμενον ἐνῇ͵ καθ΄ ὃν ἂν χρόνον ᾖ͵ οὐκ ἔστι τὸ ἀλγοῦν ἢ λυπούμενον ἢ τὸ συναμφότερον.
Όριο του μεγέθους των ηδονών είναι η εξάλειψη κάθε πόνου. Όπου είναι παρούσα η ηδονή και για όσο διάστημα είναι παρούσα, δεν υπάρχει τίποτε που να προξενεί πόνο ή λύπη ή και τα δύο μαζί.


Οὐκ ἔστιν ἡδέως ζῆν ἄνευ τοῦ φρονίμως καὶ καλῶς καὶ δικαίως οὐδὲ φρονίμως καὶ καλῶς καὶ δικαίως ἄνευ τοῦ ἡδέως.
Είναι αδύνατον να ζεις ευχάριστα χωρίς να ζεις σοφά, έντιμα και δίκαια και είναι αδύνατον να ζεις σοφά έντιμα και δίκαια χωρίς να ζεις ευχάριστα.
Ὁ δίκαιοςἀταρακτότατος͵ ὁ δ΄ ἄδικος πλείστης ταραχῆς γέμων
Ο δίκαιος άνθρωπος έχει ηρεμία, ενώ ο άδικος είναι γεμάτος ταραχή.

Ὧν ἡ σοφία παρασκευάζεται εἰς τὴν τοῦ ὅλου βίου μακαριότητα πολὺ μέγιστόν ἐστιν ἡ τῆς φιλίας κτῆσις.
Από τα αγαθά που παρέχει η σοφία για τη μακαριότητα της ζωής στο σύνολό της το μέγιστο είναι η απόκτηση της φιλίας.

Ταῖς γὰρ ἰδίαις οἰκειούμενοι διὰ παντὸς ἀρεταῖς τοὺς ὁμοίους ἀποδέχονται͵ πᾶν τὸ μὴ τοιοῦτον ὡς ἀλλότριον νομίζοντες.

[Οι άνθρωποι], καθώς είναι εξοικειωμένοι διαρκώς με τις δικές τους αρετές, αποδέχονται τους ομοίους τους και θεωρούν ξένο κάθε τι το διαφορετικό.

Πᾶν ἀγαθὸν καὶ κακὸν ἐν αἰσθήσει· στέρησις δέ ἐστιν αἰσθήσεως ὁ θάνατος.

Κάθε καλό και κάθε κακό βρίσκεται στην αίσθηση, ενώ ο θάνατος είναι ακριβώς η στέρηση της αίσθησης.

Μήτε νέος τις ὢν μελλέτω φιλοσοφεῖν͵ μήτε γέρων ὑπάρχων κοπιάτω φιλοσοφῶν. οὔτε γὰρ ἄωρος οὐδείς ἐστιν οὔτε πάρωρος πρὸς τὸ κατὰ ψυχὴν ὑγιαῖνον. […] ὥστε φιλοσοφητέον καὶ νέῳ καὶ γέροντι͵ τῷ μὲν ὅπως γηράσκων νεάζῃ τοῖς ἀγαθοῖς διὰ τὴν χάριν τῶν γεγονότων͵ τῷ δὲ ὅπως νέος ἅμα καὶ παλαιὸς ᾖ διὰ τὴν ἀφοβίαν τῶν μελλόντων.

Ούτε όταν κάποιος είναι νέος να αργοπορεί να φιλοσοφήσει, ούτε όταν είναι γέρος να καταπονείται φιλοσοφώντας. […] Πρέπει, λοιπόν, να φιλοσοφεί και ο νέος και ο γέρος: ο ένας ώστε, καθώς γερνά, να παραμένει νέος μέσα στα αγαθά – από ευγνωμοσύνη προς τα όσα έγιναν -, και ο άλλος, αν και νέος, να είναι συνάμα και ώριμος, καθώς θα είναι απαλλαγμένος από το φόβο για όσα θα γίνουν.

Οὐθὲν γάρ ἐστιν ἐν τῷ ζῆν δεινὸν τῷ κατειληφότι γνησίως τὸ μηδὲν ὑπάρχειν ἐν τῷ μὴ ζῆν δεινόν. ὥστε μάταιος ὁ λέγων δεδιέναι τὸν θάνατον οὐχ ὅτι λυπήσει παρών͵ ἀλλ΄ ὅτι λυπεῖ μέλλων. ὃ γὰρ παρὸν οὐκ ἐνοχλεῖ͵ προσδοκώμενον κενῶς λυπεῖ.

Για εκείνον που κατανόησε πραγματικά ότι δεν υπάρχει τίποτε το φρικτό στο να μη ζει, δεν υπάρχει τίποτε το φριχτό στο να ζει. Επομένως, είναι ανόητος όποιος λέει ότι φοβάται το θάνατο, όχι επειδή θα υποφέρει όταν έρθει ο θάνατος, αλλά επειδή υποφέρει στη σκέψη ότι θα έρθει.

Τὸ φρικωδέστατον οὖν τῶν κακῶν ὁ θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς͵ ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν͵ ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν͵ ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ͵ τόθ΄ ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. οὔτε οὖν πρὸς τοὺς ζῶντάς ἐστιν οὔτε πρὸς τοὺς τετελευτηκότας͵ ἐπειδήπερ περὶ οὓς μὲν οὐκ ἔστιν͵ οἳ δ΄ οὐκέτι εἰσίν.
Το πιο φοβερό από τα κακά, ο θάνατος, δεν είναι τίποτε για εμάς – στον βαθμό που όσο υπάρχουμε, δεν είναι παρών· κι όταν πάλι είναι παρών εκείνος, τότε δεν υπάρχουμε εμείς. Άρα ο θάνατος δεν υπάρχει ούτε για τους ζωντανούς ούτε για τους πεθαμένους – εφόσον για τους πρώτους δεν υπάρχει, ενώ οι άλλοι δεν υπάρχουν πια.

Μνημονευτέον δὲ ὡς τὸ μέλλον οὔτε πάντως ἡμέτερον οὔτε πάντως οὐχ ἡμέτερον͵ ἵνα μήτε πάντως προσμένωμεν ὡς ἐσόμενον μήτε ἀπελπίζωμεν ὡς πάντως οὐκ ἐσόμενον.
Πρέπει να θυμόμαστε ότι το μέλλον δεν είναι ούτε εντελώς δικό μας ούτε κι εντελώς ξένο μας, ώστε ούτε να περιμένουμε με βεβαιότητα ότι θα έρθει, ούτε να απελπιζόμαστε ότι σίγουρα δε θα έρθει.

Τότε γὰρ ἡδονῆς χρείαν ἔχομεν͵ ὅταν ἐκ τοῦ μὴ παρεῖναι τὴν ἡδονὴν ἀλγῶμεν• ὅταν δὲ μὴ ἀλγῶμεν͵ οὐκέτι τῆς ἡδονῆς δεόμεθα.
Την ηδονή την έχουμε ανάγκη ακριβώς τότε, όταν πονούμε από την απουσία της∙ ενώ όταν δεν πονούμε, δεν την χρειαζόμαστε πια.


Καὶ τὴν αὐτάρκειαν δὲ ἀγαθὸν μέγα νομίζομεν͵ οὐχ ἵνα πάντως τοῖς ὀλίγοις χρώμεθα͵ ἀλλ΄ ὅπως ἐὰν μὴ ἔχωμεν τὰ πολλά͵ τοῖς ὀλίγοις ἀρκώμεθα͵ πεπεισμένοι γνησίως ὅτι ἥδιστα πολυτελείας ἀπολαύουσιν οἱ ἥκιστα ταύτης δεόμενοι͵ καὶ ὅτι τὸ μὲν φυσικὸν πᾶν εὐπόριστόν ἐστι͵ τὸ δὲ κενὸν δυσπόριστον.
Θεωρούμε ότι η αυτάρκεια είναι μέγιστο αγαθό, όχι για να χρησιμοποιούμε πάντοτε τα λίγα, αλλά για να μπορούμε, όταν δεν έχουμε πολλά, να αρκούμαστε στα λίγα, πιστεύοντας στ’ αλήθεια ότι την πολυτέλεια την απολαμβάνουν ηδονικότερα εκείνοι που την έχουν μικρότερη ανάγκη και ότι κάθε τι φυσικό το αποκτούμε εύκολα, ενώ το μάταιο δύσκολα.

Οὐθὲν ἔοικε θνητῷ ζῴῳ ζῶν ἄνθρωπος ἐν ἀθανάτοις ἀγαθοῖς.
Διόλου δε μοιάζει με ζώο θνητό ο άνθρωπος που ζει μέσα σε αθάνατα αγαθά.

Πᾶσα ἀλγηδὼν εὐκαταφρόνητος• ἡ γὰρ σύντονον ἔχουσα τὸ πονοῦν σύντομον ἔχει τὸν χρόνον, ἡ δὲ χρονίζουσα περὶ τὴν σάρκα ἀβληχρὸν ἔχει τὸν πόνον.

Κάθε σωματικός πόνος είναι αξιοκαταφρόνητος• αυτός που πονά πολύ διαρκεί λίγο, ενώ αυτός που χρονίζει στη σάρκα προξενεί ήπιο πόνο.
Ἀδικοῦντα λαθεῖν μὲν δύσκολον, πίστιν δὲ λαβεῖν ὑπὲρ τοῦ λαθεῖν ἀδύνατον.
Αυτός που αδικεί είναι δύσκολο να ξεφύγει• αλλά να βεβαιωθεί πως θα συνεχίζει να ξεφεύγει είναι αδύνατον.

Κακὸν ἀvάγκη, ἀλλ’ οὐδεμία ἀvάγκη ζῆν μετὰ ἀvάγκης.
Η ανάγκη είναι κακό, αλλά δεν είναι αναγκαίο να ζούμε υπό καθεστώς ανάγκης.

Γεγόναμεν ἅπαξ, δὶς δὲ οὐκ ἔστι γενέσθαι• δεῖ δὲ τὸν αἰῶνα μηκέτι εἶναι• σὺ δὲ οὐκ ὢν τῆς αὔριον κύριος ἀναβάλλῃ τὸ χαῖρον• ὁ δὲ βίος μελλησμῷ παραπόλλυται καὶ εἷς ἕκαστος ἡμῶν ἀσχολούμενος ἀποθνῄσκει.
Γεννηθήκαμε μια φορά και δεν γίνεται να γεννηθούμε και δεύτερη• και κατ’ ανάγκην δεν υπάρχει πια κάτι αιώνια. Όμως εσύ, που δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις την ευτυχία σου: και η ζωή σπαταλιέται στις αναβολές κι ο καθένας μας πεθαίνει γεμάτος ασχολίες.

Ἀφαιρουμένης προσόψεως καὶ ὁμιλίας καὶ συναναστροφῆς ἐκλύεται τὸ ἐρωτικὸν πάθος.
Αν αφαιρέσουμε την όψη, τη συνομιλία και τη συναναστροφή, σβήνει το ερωτικό πάθος.

Τοῦ γεγονότος ἀμνήμων ἀγαθοῦ γέρων τήμερον γεγένηται.
Ο γέρος που λησμονεί το αγαθό που συνέβη είναι σαν να γεννήθηκε σήμερα.

Ἡ πενία μετρουμένη τῷ τῆς φύσεως τέλει μέγας ἐστὶ πλοῦτος• πλοῦτος δὲ μὴ ὁριζόμενος μεγάλη ἐστὶ πενία.
Η φτώχεια, αν υπολογιστεί με μέτρο τον σκοπό της φύσης, είναι μεγάλος πλούτος• ενώ ο πλούτος που δεν του έχουν τεθεί όρια είναι μεγάλη φτώχεια.

Οὔτε τοὺς προχείρους εἰς φιλίαν οὔτε τοὺς ὀκνηροὺς δοκιμαστέον• δεῖ δὲ καὶ παρακινδυνεῦσαι χάριν, χάριν φίλιας.
Δεν πρέπει να αποδεχόμαστε ούτε τους πολύ βιαστικούς στη φιλία ούτε τους πολύ διστακτικούς∙ γιατί για χάρη της φιλίας χρειάζεται και να διακινδυνεύουμε.

Οὐχ οὕτως χρείαν ἔχομεν τῆς χρείας <τῆς> παρὰ τῶν φίλων ὡς τῆς πίστεως τῆς περὶ τῆς χρείας.
Δεν έχουμε τόσο ανάγκη τη βοήθεια των φίλων μας, όσο τη βεβαιότητα για τη βοήθειά τους.

Μικρὸς παντάπασιν ᾧ πολλαὶ αἰτίαι εὔλογοι εἰς ἐξαγωγὴν βίου.
Είναι μικρός από κάθε άποψη ο άνθρωπος που έχει πολλούς και καλούς λόγους να εγκαταλείψει τη ζωή.

Οὔθ’ ὁ τὴν χρείαν ἐπιζητῶν διὰ παντὸς φίλος, οὔθ’ ὁ μηδέποτε συνάπτων• ὁ μὲν γὰρ καπηλεύει τῇ χάριτι τὴν ἀμοιβήν, ὁ δὲ ἀποκόπτει τὴν περὶ τοῦ μέλλοντος εὐελπιστίαν.

Φίλος δεν είναι ούτε εκείνος που διαρκώς επιζητεί το χρήσιμο ούτε εκείνος που ποτέ δεν το συνδιάζει με τη φιλία. Γιατί ο ένας, με πρόσχημα την ευεργεσία, εμπορεύεται το αντάλλαγμα, ενώ ο άλλος σκοτώνει την καλή ελπίδα για το μέλλον.

Ἡ φιλία περιχορεύει τὴν οἰκουμένην κηρύττουσα δὴ πᾶσιν ἡμῖν ἐγείρεσθαι ἐπὶ τὸν μακαρισμόν.
Η φιλία σέρνει το χορό της ολόγυρα στην οικουμένη, κηρύττοντας σε όλους μας να σηκωθούμε για το μακαρισμό.

Ἔστι καὶ ἐν λεπτότητι καθαριότης, ἧς ὁ ἀνεπιλόγιστος παραπλήσιόν τι πάσχει τῷ διʼ ἀοριστίαν ἐκπίπτοντι.
Υπάρχει και στην απλότητα ένα μέτρο και όποιος δεν το λογαριάζει παθαίνει ό,τι συμβαίνει σ’ εκείνον που δεν έχει όρια.

Συμπαθῶμεν τοῖς φίλοις οὐ θρηνοῦντες ἀλλὰ φροντίζοντες.
Στον πόνο των φίλων συμπάσχουμε όχι θρηνώντας αλλά μεριμνώντας γι’ αυτούς.

Ἐν φιλολόγῳ συζητήσει πλεῖον ἤνυσεν ὁ ἡττηθεὶς καθ’ ὃ προσέμαθεν.
Στην κοινή φιλοσοφική αναζήτηση κερδίζει περισσότερα αυτός που έμαθε περισσότερα: ο ηττημένος.

Τῆς αὐταρκείας καρπὸς μέγιστος ἐλευθερία.
Η ελευθερία, ο μέγιστος καρπός της αυτάρκειας.

 


Μπέρτραντ Ράσελ


«Απ’ όλα τα προληπτικά μέτρα που λαμβάνουμε, το πιο θανάσιμο κι εκείνο που σκοτώνει την πιθανότητα μας να ευτυχήσουμε αληθινά, είναι το να προφυλασσόμαστε από την αγάπη». Κι αυτό το έλεγε ο Ράσελ, ένας εραστής των μαθηματικών, της επιστήμης και του ορθολογισμού, αν κάτι λέει αυτό.


Φρίντριχ Νίτσε


«Ευτυχία είναι η αίσθηση ότι η δύναμη αυξάνεται – ότι μία αντίσταση εξουδετερώνεται». Αναμενόμενη, αλλά ενδιαφέρουσα η προσέγγιση του μηδενιστή Νίτσε, που πίστευε ότι η ευτυχία κρύβεται στον έλεγχο που μπορεί κάποιος να ασκεί στο περιβάλλον του και στον εαυτό του. Αυτό το αίσθημα ότι κάποιος έχει τον έλεγχο των εμπειριών του, εγγυάται ευτυχισμένη ζωή, κατά τον φιλόσοφο πάντα.

Τζον Στιούαρτ Μιλ


«Έχω μάθει να αναζητώ την ευτυχία, οριοθετώντας τις επιθυμίες μου, παρά προσπαθώντας να τις ικανοποιήσω». Αναμενόμενη προσέγγιση από τον πατέρα του φιλελευθερισμού, που όταν η κουβέντα γύριζε στα περί προσωπικής ζωής και ευτυχισμένου βίου, ασπαζόταν περισσότερα τα αρχαιοελληνικά ιδανικά: κοινώς, η ευτυχία του είχε όριο, για να μπορέσουν να ευτυχήσουν και οι γύρω του.

Κομφούκιος


«Όσο περισσότερο διαλογίζεται ο άνθρωπος πάνω το καλό, τόσο καλύτερος θα γίνεται ο κόσμος του και ο κόσμος όλος». Αυτά από τον φιλόσοφο που ενέπνευσε το κίνημα της θετικής σκέψης και της συμπεριφορικής ψυχολογίας, που παρακίνησε την ανθρωπότητα να αναζητήσει τη βαθύτερη σύνδεση αισθημάτων, σκέψεων και συμπεριφορών. Κατά το κομφουκιανό θεώρημα η ευτυχία δεν είναι παρά μία προφητεία που ο καθένας εκπληρώνει για τον εαυτό του, ανακαλύπτοντας τα βαθύτερα ιδανικά που τρέφουν την ύπαρξη του.

Η ευτυχία υπάρχει παντού αλλά πρέπει να γνωρίζεις πως θα την βγάλεις από μέσα τους


Σενέκας


«Οι μεγαλύτερες ευλογίες της ανθρωπότητας βρίσκονται μέσα μας. Ο σοφός άνθρωπος είναι ικανοποιημένος με όσα έχει, όσα κι αν είναι αυτά, χωρίς να προσεύχεται για όσα δεν έχει». Ο στωικός φιλόσοφος με ρήσεις σαν κι αυτή εδραίωσε αυτό που στη σύγχρονη ψυχολογία γνωρίζουμε ως κέντρο ελέγχου των επιθυμιών μας. Για τους οπαδούς της θεωρίας του αυτό το κέντρο ζει για πάντα και καθοδηγεί με ασφάλεια και σοφία τις κινήσεις τους σαν εμπνευσμένη εξωγενής δύναμη.

 

Στωικοί

 

Ο Ζήνων, ο ιδρυτής της Στοάς, συνδέει την υπακοή στους (γραπτούς και

άγραφους νόμους) με την προσωπική ευδαιμονία με έναν ιδιότυπο τρόπο.

Ενώ, δηλαδή, θα περιμέναμε να υποστηρίζει ότι η ζωή σύμφωνα με τους

νόμους συμβάλλει στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής και αρμονίας,

εκείνος εστιάζει στο άτομο, υποστηρίζοντας πως είναι ψευδής η αντίληψη ότι

η φυσική τάξη των πραγμάτων είναι διαφορετική από την πραγματικότητα

που έχει επικρατήσει και ότι η συνειδητοποίηση αυτής της κατάστασης φέρνει

αταραξία στην ψυχή του ανθρώπου και άρα τον καθιστά ευδαίμονα.

Βασική παραδοχή των στωικών είναι ότι υπάρχει μια έλλογη τάξη στον κόσμο.

Η έλλογη τάξη συνάδει και με τη φυσική τάξη των πραγμάτων και με τη θεία

βούληση, γιατί όλα αποτελούν ένα συνεχές, είναι μέρη μιας ολότητας. Ο

άνθρωπος θα πρέπει να αναγνωρίζει αυτή την ανώτερη σύνδεση των

πραγμάτων, την έλλογη τάξη του κόσμου, και να εναρμονίζεται με αυτήν:

ὁμολογουμένως τῇ φύσει ζῆν, να ζει δηλαδή σύμφωνα με τη λογική, το νόμο

της φύσης.

Η εἱμαρμένη, η προδιαγεγραμμένη φυσική τάξη, είναι πάντα καλή

και ωφέλιμη, απλώς ο άνθρωπος δεν το κατανοεί αυτό, γιατί ο γνωστικός του

ορίζοντας είναι περιορισμένος. Ο άνθρωπος τείνει να παρασύρεται από την

εξωτερική πραγματικότητα και να αναπτύσσει επιθυμίες, τις οποίες ωστόσο

δεν μπορεί να πραγματοποιήσει σε κάθε περίπτωση. Η αναντιστοιχία

ανάμεσα στις επιθυμίες και την πραγματικότητα του δημιουργεί ταραχή,

αίσθηση απογοήτευσης και δυστυχίας. Άλλα θα θέλαμε να συμβαίνουν και

άλλα αντιμετωπίζουμε. Επομένως, αυτό που μπορεί και οφείλει να κάνει

κανείς είναι να περιορίζει τις επιθυμίες του, να παραμένει ατάραχος από τα

πάθη, ώστε να περιφρουρεί την εσωτερική του ηρεμία και να φτάσει στην

επιθυμητή ἀταραξία.

Ο Κικέρων στο έργο «Περί τέλους» («De Finibus») προβαίνει σε μια

περιγραφική αναφορά της εξέλιξης του ανθρώπου από τη νηπιακή ηλικία

μέχρι την ωριμότητα. Σκοπός της ανθρώπινης εξέλιξης είναι μια ζωή

σύμφωνη με την ώριμη ανθρώπινη φύση, δηλαδή μια ζωή που ρυθμίζεται

από λογικές αρχές και είναι σε πλήρη αρμονία με τη λογικότητα και τη φύση.

Το πρώτο, λοιπόν, καθήκον είναι να διατηρείται κανείς στη φυσική του

κατάσταση, το δεύτερο να αποκτά όσα πράγματα είναι σύμφωνα με τη φύση

και να αποδιώχνει όσα είναι αντίθετα. Το επόμενο στάδιο είναι αυτή η επιλογή

να είναι λογική συνήθεια, και τέλος, να είναι μια επιλογή απόλυτα συνεπής και

σε τέλεια συμφωνία με τη φύση. Η επιλογή του καλού ανθρώπου είναι

«συνεχής»,δεδομένου ότι δεν μπορεί κανείς να επιλέγει το καλό μερικώς ή υπό συνθήκες.

Εάν επιδιώκουμε να γινόμαστε όλο και καλύτεροι δεν μπορούμε να

φερόμαστε κάθε στιγμή διαφορετικά ή να αλλάζει η συμπεριφορά μας ανά

περίσταση.

 

Παράδειγμα 1. Παράδειγμα συνέχειας και συνέπειας στις επιλογές

H συμπεριφορά μας είναι προτιμότερο να βασίζεται σε μια σειρά από έλλογες

επιλογές και απορρίψεις ώστε να μπορούμε να φροντίζουμε παράλληλα

διάφορες πλευρές της ζωής μας. Ένα παράδειγμα οργάνωσης της ζωής μας

σύμφωνα με τις αρχές και τα καθήκοντα που θέτουν οι Στωικοί είναι: να

διατηρούμαστε στη φυσική μας κατάσταση, να φροντίζουμε την υγεία μας, να

τιμούμε τους γονείς μας και παράλληλα να μην αγνοούμε τα συμφέροντα της

πατρίδας. Αυτές οι επιλογές ευθυγραμμίζονται με την στωική επιταγή για την

κατά φύσιν ζωή, αλλά μπορούν να καταστούν επίσης συνήθεια.

Ένα ακόμη παράδειγμα που δείχνει πως μπορούμε να επιλέγουμε με

συνέπεια το καλό, όχι μερικώς και υπό συνθήκες, είναι να δείχνουμε τον ίδιο

σεβασμό στους ανθρώπους, ασχέτως της θέσης τους. Έτσι, αν έχω ως

γνώμονα την ανθρώπινη ιδιότητα, θα σεβαστώ εξίσου το αφεντικό μου και τον

συνάδελφό μου ή την καθαρίστρια της εταιρείας.

Κοινή Λογική

Πολλές φορές επικαλούμαστε την «κοινή λογική» σαν ένα αντικειμενικό και

αλάνθαστο κριτήριο, το οποίο κατέχουμε όλοι εκ φύσεως· σαν έναν κοινό νου.

Η αναζήτηση της λεγόμενης «κοινής λογικής» έχει ως στόχο να δώσει

αποτελεσματικές λύσεις σε όλα τα προβλήματα του ιδιωτικού και δημόσιου

βίου. Ισχύει, όμως, κάτι τέτοιο και δύναται να υπάρχει μια και μόνη λογική για

όλους;

Αν επικαλούμαστε τη κοινή λογική για τη διατύπωση και δικαιολόγηση

κρίσεων, τότε αυτή διαιρείται στις επιμέρους πεποιθήσεις και στα συστήματα

αξιών του καθενός. Σε αυτή τη περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε για μια

«κοινή λογική». Όσοι, λοιπόν, την επικαλούνται για τέτοιους σκοπούς

προσπαθούν να νομιμοποιήσουν τις δικές τους κρίσεις ανάγοντάς τες σε μια

ασαφή «κοινή λογική», υπό την κάλυψη της αντικειμενικότητας, ενώ στην

ουσία μιλάμε για την επιβολή μιας κυρίαρχης λογικής.

Αν, όμως, ως «κοινή λογική» εκλάβουμε τη λογική που κληροδοτείται από

γενιά σε γενιά και περικλείει εντός της την εμπειρία των αντιδράσεων και των

τρόπων συμπεριφοράς στην καθημερινότητά μας, τότε μιλάμε για την παροχή

πρακτικών λύσεων που μπορούν να υιοθετηθούν από εμάς άφοβα και άνευ

προϋποθέσεων. Αυτές οι πρακτικές λύσεις, ή αλλιώς ένας πρακτικός λόγος

αντί της αμφίβολης κοινής λογικής, είναι η φωνή του λογικού εαυτού μας. Ο

πρακτικός λόγος ταυτίζεται, σύμφωνα με τον Καντ, με τη βούληση και οι

πρακτικές αρχές, είναι προτάσεις που περιέχουν έναν καθολικό καθορισμό

της βούλησης (I. Kant, Grundlegung zur Metaphysik der Sitten, II, 37).

Εφόσον στη φύση τα πάντα λειτουργούν σύμφωνα με νόμους και μόνο ένα

λογικό ον, όπως ο άνθρωπος, έχει τη δυνατότητα να λειτουργεί σύμφωνα με

τους νόμους, μια ελεύθερη βούληση και μια βούληση που υπόκειται σε

ηθικούς νόμους είναι η λύση. Έτσι, μπορεί να θεωρηθεί ότι όλοι πράττουμε

λογικά όταν είμαστε ελεύθεροι να δρούμε σε αντιστοιχία με την καλύτερη

φύση μας.

Ποια πράγματα υπόκεινται στην εξουσία μας και για ποια δεν πρέπει να

ανησυχούμε;

Η δυνατότητα συγκατάθεσης ή άρνησης της συγκατάθεσης μας καθορίζει τι

άνθρωποι είμαστε. Κατά τους Στωικούς, κριτήριο για το ανθρώπινο

αυτεξούσιο είναι να μην ενεργεί κανείς διαφορετικά από αυτό που του

προστάζει η φύση, και να δρα μόνο εσκεμμένα, καθώς ο χαρακτήρας μας

υπάγεται στον γενικό αιτιακό νόμο της φύσης.

Ο Επίκτητος, ωστόσο, κάνει μια σημαντική διάκριση μεταξύ των πραγμάτων

που βρίσκονται στην εξουσία μας και των πραγμάτων που δεν υπόκεινται

στην εξουσία μας. Τα μεν τα ονομάζει «ἐφ’ ἡμῖν» τα δε «οὐκ ἐφ’ ἡμῖν». Από

την αναγνώριση και την εξάσκησή τους με βάση τη προσοχή που δίνουμε σε

αυτά εξαρτάται η ελευθερία και η υποταγή μας, η αξιοπρέπεια και το θάρρος

μας, η ηρεμία και η ευτυχία μας.

Έτσι, όσα είναι στην εξουσία μας είναι η γνώμη (αντίληψη), η ορμή (επιλογή),

η όρεξη (επιθυμία), η αποφυγή και όσα είναι δικά μας έργα. Αυτά που δεν

είναι στην εξουσία μας είναι το σώμα, η περιουσία, οι δοξασίες, τα αξιώματα,

με ένα λόγο όσα δεν είναι έργα μας. Τα «ἐφ’ ἡμῖν» είναι από τη φύση

ελεύθερα, ακώλυτα και ανεμπόδιστα, ενώ τα «οὐκ ἐφ’ ἡμῖν» είναι αδύνατα,

ανελεύθερα, υποκείμενα σε εμπόδια και είναι ξένα για μας (Επίκτητος,

Εγχειρίδιον, 1).

Αν λοιπόν, όσα είναι από τη φύση τους ανελεύθερα και ξένα, τα θεωρήσουμε

δικά μας, τότε, κατά τον Επίκτητο, θα βρίσκουμε όλο εμπόδια, θα πενθούμε

και θα μεμψιμοιρούμε. Αν όμως θεωρήσουμε δικό μας αυτό που πράγματι

μας αφορά και το ξένο ως ξένο δεν θα υποστούμε εξαναγκασμούς, δεν θα

κατηγορήσουμε, δεν θα ενοχοποιήσουμε και δεν θα κάνουμε τίποτε παρά την

θέλησή μας, δεν θα μας βλάψουν και δεν θα αποκτήσουμε εχθρούς, με λίγα

λόγια θα λαμβάνουμε πάντοτε τις σωστές αποφάσεις.

 

Παράδειγμα 2. Η καταδίκη του Αγριππίνου

Στο έργο Διατριβαί υπό Αῤῥιανού διηρημέναι δίνεται το παράδειγμα του

Αγριππίνου, ο οποίος έλεγε ότι δεν επιθυμεί να γίνει εμπόδιο στον εαυτό του.

Συγκεκριμένα όταν του ανήγγειλαν ότι δικάζεται στη σύγκλητο ήταν η ώρα

που συνήθιζε να γυμνάζεται και έπειτα να παίρνει ένα κρύο μπάνιο. Έτσι δεν

πήγε στη σύγκλητο και προτίμησε να γυμναστεί. Αφού γυμνάστηκε, ήρθε

κάποιος και τον ενημέρωσε ότι καταδικάστηκε. Ρώτησε λοιπόν ποια ήταν η

καταδίκη του, η εξορία ή ο θάνατος; Του απάντησαν ότι αποφασίστηκε να

πάει στην εξορία και ότι δεν θα του πάρουν την περιουσία του. Όταν

ενημερώθηκε σχετικά με αυτά πήγε να γευματίσει στην Αρίκεια. Ο Επίκουρος

σημειώνει πως το παράδειγμα του Αγριππίνου δείχνει πως αν έχεις μελετήσει,

όσα πρέπει να μελετάς, και αν έχεις απαλλάξει την επιθυμία και την

αποστροφή από τα εμπόδια και τις μεταπτώσεις της τύχης δεν έχεις φόβο να

ανησυχείς για αυτά που είναι αποφάσεις άλλων και ανήκουν στην εξουσία

τους (Επίκτητος, Διατριβαί υπό Αῤῥιανού διηρημέναι, 1.1.28.1-1.2).

Το κλειδί για μια τέτοια προσέγγιση για τη ζωή είναι ότι δεν επιδιώκονται όσα

δεν μας αφορούν, ούτε μετριοπαθώς, αλλά εγκαταλείπονται τελείως,

γνωρίζοντας πως όσα δεν μας αφορούν δεν έχουν καμία σχέση με εμάς.

 

Παράδειγμα 3. Τι δεν μας αφορά

Για τον Επίκουρο, δεν πρέπει να μας απασχολεί οποιουδήποτε είδους

απώλεια των υλικών αγαθών που κατέχουμε. Για παράδειγμα, οι γρατζουνιές

που μπορεί να γίνουν στο αυτοκίνητό μας ή στα παπούτσια μας είναι κάτι που

δεν μπορούμε να ελέγξουμε απολύτως, επομένως είναι μάταιο να

προβληματιζόμαστε για αυτό. Το ίδιο ισχύει, κατ’ αναλογία με την υγεία μας.

Μπορεί να τρεφόμαστε σωστά, να γυμναζόμαστε κ.λπ., ωστόσο, δεν

μπορούμε να ελέγξουμε άλλους παράγοντες που συμβάλλουν στη ζωή ή το

θάνατο. Έτσι, κατά τον Επίκουρο, ο θάνατος δεν μας αφορά καθότι δεν

εναπόκειται στην εξουσία μας να τον αποφύγουμε.

Αντίθετα σε όσα πράγματι μας αφορούν, ο Επίκτητος συνιστά την αντίθετη

ακριβώς προσέγγιση. Για παράδειγμα, προτρέπει να μην κρυβόμαστε πίσω

από το δάχτυλό μας και να αναγνωρίζουμε τα ελαττώματά μας. Όπως επίσης

μας ενθαρρύνει να αναζητούμε την πρόοδο στο δικό μας έργο και όχι

θεωρητικά. Πως μπορούμε να καταφέρουμε κάτι τέτοιο;

Η πρόοδος συντελείται δια των επιθυμιών και των αποστροφών μας.

Πρόκειται για την απόφαση να επιλέγουμε βάσει εκείνων που επιθυμούμε να

έχουμε στη ζωή μας, και να απορρίπτουμε όσα αποστρεφόμαστε. Το έργο

μας συντελείται κατά τις επιλογές και τις απαρνήσεις μας, με σκοπό να μην

σφάλλουμε. Αυτό όμως που είναι εξίσου σημαντικό είναι η διαμόρφωση και

διατήρηση της άποψής μας, δεδομένου ότι η έλλειψη συνέπειας στις απόψεις

μας εξαπατά πρώτα εμάς τους ίδιους, και έπειτα τους άλλους που σε εμάς

προσβλέπουν.

Η υπόσχεση της επιθυμίας είναι η απόκτηση αυτού που επιθυμούμε, ενώ της

αποστροφής να μην καταλήξουμε σε εκείνο που αποστρεφόμαστε.

Παράδειγμα 4. Επιθυμίες και αποστροφές

Αν, για παράδειγμα, επιθυμώ ο/η σύζυγός μου να με φροντίζει και

αποστρέφομαι να με απατά, τότε, κατά τον Επίκουρο, πρέπει αφενός να μην

αλλάζω γνώμη για το αν επιθυμώ να με φροντίζει ή όχι και αφετέρου να μην

δέχομαι να με παραμελεί. Επιπλέον, για να μην καταλήξω σε αυτό που

αποστρέφομαι, δηλαδή στο να με απατά ο/η σύζυγός μου, πρέπει να

αποφασίσω ότι δεν θα επιτρέψω να παραμείνω μαζί του/της αν με απατά.

Πάλι, αν επιθυμώ στον εργασιακό μου χώρο να σέβονται την εργασία μου και

αντιστοίχως αποστρέφομαι να εργάζομαι πολλές ώρες και να μην λαμβάνω

τον κατάλληλο μισθό, τότε πρέπει να παραμείνω συνεπής στην άποψή μου

και να μην επιτρέψω να εργάζομαι παραπάνω ώρες αν δεν πληρώνομαι για

αυτές, δεδομένου ότι θα καταλήξω σε αυτό που αποστρέφομαι.

Αυτός που αποτυγχάνει στην επιθυμία του είναι ατυχής, ενώ αυτός που

αποτυγχάνει στην αποστροφή του και καταλήγει σε αυτό που αποστρέφεται

είναι δυστυχής. Αν, λοιπόν, από αυτά που εξαρτώνται από μας,

αποστρεφόμαστε μόνο αυτά που είναι ενάντια στη φύση, τότε δεν θα

καταλήξουμε σε τίποτε από αυτά που αποστρεφόμαστε. Αν, όμως,

προσπαθούμε να αποφύγουμε τις αρρώστιες ή τον θάνατο ή την πείνα τότε

θα δυστυχήσουμε, γιατί αυτά δεν εξαρτώνται από εμάς. Ο Επίκτητος

προτρέπει να ακυρώσουμε τελείως την επιθυμία γι’ αυτά, γιατί αναγκαστικά

θα δυστυχήσουμε.

Η πρόοδος, κατά τον Επίκτητο, και ακόμη καλύτερα, η προσπάθεια για αυτή

την πρόοδο είναι πολύ σημαντική, γιατί σε αυτήν περιλαμβάνεται και η μελέτη

του τρόπου για την εκδίωξη των θλίψεων και των θρήνων, της δυστυχίας και

της ατυχίας. Η μελέτη αυτή αφορά όλες τις προοπτικές της ζωής, τον θάνατο,

την εξορία, τη φυλακή και εν γένει τα δεινά για να ανακαλύψουμε πως τίποτε

έξω από τη βούλησή μας δεν μας αφορά, εφόσον δεν υπόκειται στον έλεγχό

μας.

Τα δυσάρεστα και τα δύσκολα πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή, ο

Επίκτητος υποστηρίζει, ότι τα υποφέρουμε και τα ανεχόμαστε

αντισταθμίζοντάς τα με κάποια άλλα αγαθά. Είμαστε επανδρωμένοι από τη

φύση μας με ικανότητες για να αντέξουμε πολλές δύσκολες περιστάσεις και

αυτές είναι δώρα, όπως η μεγαλοψυχία, η γενναιότητα, η υπομονή.

Αξίζει, λοιπόν, να αναλογιστούμε τη φύση κάθε πράγματος που μας

ευχαριστεί ή που θεωρούμε χρήσιμο ή που το αγαπάμε, αρχίζοντας και από

τα πιο ασήμαντα. Το ίδιο ισχύει για τα πράγματα, για τους ανθρώπους και για

τη φύση μιας πράξης. Αν αναλογισθούμε το άγχος που μας κατατρώγει στην

καθημερινότητά μας για πράγματα όπως είναι η συμπεριφορά του άλλου

(ακόμη και του πιο κοντινού μας ανθρώπου), τα ατυχήματα, η οικονομική

αβεβαιότητα, οι αρρώστιες κ.ο.κ. πράγματα που δεν εναπόκεινται ούτε στο

ελάχιστο στην εξουσία μας, ενδεχομένως να μπορούσαμε να προφυλάξουμε

τον εαυτό μας από περιττά άγχη. Αυτά για τα οποία οφείλουμε να πασχίζουμε

και να ‘αγχωνόμαστε’ είναι η αντίληψή μας, οι επιλογές μας, οι επιθυμίες και οι

αποστροφές μας, όσα δηλαδή έχουμε υπό την εξουσία μας και οφείλουμε να

καλλιεργούμε για την βελτίωση της ζωής μας.

Αντί να κατηγορούμε τη κακή μας τύχη και τις δυστυχίες μας ας

κατηγορήσουμε τις κρίσεις μας

Ο Επίκτητος αναλύει διεξοδικά πως όλα τα πράγματα που είναι έξω από τον

έλεγχό μας πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε ανάλογα με τη φύση τους.

Αν, λοιπόν, μας ταράζει το γεγονός πως ένα πράγμα χαλάει, αυτό που εν

τέλει μας ταράζει δεν είναι το πράγμα, αλλά η κρίση μας για το πράγμα. Αν,

επομένως, ταραζόμαστε και λυπούμαστε ποτέ δεν πρέπει να κατηγορούμε

τον άλλον, αλλά τους εαυτούς μας, δηλαδή τις κρίσεις μας. Κατά τον Επίκτητο,

το να κατηγορεί κανείς τους άλλους για δικές του δυστυχίες είναι δουλειά του απαίδευτου ανθρώπου· δουλειά αυτού που μορφώνεται είναι να κατηγορεί

τον εαυτό του και του μορφωμένου να μην κατηγορεί ούτε τον άλλον, ούτε τον

εαυτό του (Επίκτητος, Εγχειρίδιον, 5).

Παράδειγμα 6. Παράδειγμα λανθασμένης κρίσης

Για παράδειγμα μεγάλη μερίδα Ελλήνων κατηγορεί αποκλειστικά τους ξένους

για την κρίση. Η άποψη ότι οι ξένοι είναι οι αρμόδιοι για τις δυστυχίες της

χώρας μας είναι μια κρίση που για τον Επίκουρο θα ταίριαζε σε έναν

απαίδευτο άνθρωπο, ο οποίος δεν θα κοιτούσε τα λάθη του και τον εαυτό του,

δηλαδή τις κρίσεις του. Αντί να διαμορφώσουμε, λοιπόν, διαφορετικές κρίσεις

για τα πράγματα και για τις επιλογές μας, εφόσον αυτές δεν βοηθούν στη

βελτίωση της κατάστασης, δεν μπορούμε να αρκούμαστε στο να κατηγορούμε

τους άλλους για τις δυστυχίες μας.

Ακόμη, ο Επίκτητος, μας προτρέπει να μην πούμε ποτέ για κάτι «το έχασα»,

αλλά να πούμε ότι «το επέστρεψα». Ακόμα κι αν βρεθούμε σε καταστάσεις

μεγάλης απώλειας ο Επίκτητος συνιστά να έχουμε την ίδια αντιμετώπιση. Κι

αν ακόμη θεωρήσουμε πως κάποιος είναι αίτιος της απώλειάς μας και

κρίνουμε ότι είναι κακός, τότε απαντά πως τίποτε δεν είναι πραγματικά δικό

μας και πως για όσο διάστημα κάτι μας δίνεται οφείλουμε να το φροντίζουμε

σαν να ήταν ξένο, ακόμη κι αν πρόκειται για τον/την σύντροφό μας, ή για το

παιδί μας. Γιατί αυτό που μας δόθηκε δεν είναι δικό μας για να πούμε ότι το

απωλέσαμε (Επίκτητος, Εγχειρίδιον, 11).

Σχετικά επίσης με τους λογισμούς που μας ταράζουν ο Επίκτητος προτρέπει

να μην ασχολούμαστε με ξένους λογαριασμούς, αλλά και για τα ασήμαντα,

γιατί δεν εξαρτάται από αυτά η αταραξία μας.

Σε προτάσεις όπως: «αν παραμελήσω τις δουλειές μου δεν θα ‘χω να φάω»,

«αν δεν τιμωρήσω το παιδί μου θα γίνει κακό» «αν μου χύνουν το κρασί» ο

Επίκτητος απαντά πως πάντοτε κάτι κερδίζεις κάτι χάνεις και ότι «τόσο

πουλιέται η απάθεια, τόσο η αταραξία».

Σύνοψη

έχουμε μάθει ότι:

Κριτήριο για το ανθρώπινο αυτεξούσιο είναι να ενεργούμε σύμφωνα με τη

φύση, καθώς ο χαρακτήρας μας υπάγεται στον γενικό αιτιακό νόμο της

φύσης.

Το κακό λογίζεται ως η αναπόφευκτη συνέπεια των καλών που υπάρχουν.

Αν προσπαθούμε να αποφύγουμε όσα δεν εξαρτώνται από εμάς, τότε θα

δυστυχήσουμε.

Είμαστε εκ φύσεως επανδρωμένοι με ικανότητες τις οποίες οφείλουμε να

καλλιεργούμε για να ανταπεξέλθουμε στις δυσκολίες.

Όλα τα πράγματα που είναι έξω από τον έλεγχό μας χρειάζεται να αντιμετωπίζονται ανάλογα με τη φύση τους.


Λάο Τσε


«Αν νιώθεις θλιμμένος ζεις στο παρελθόν. Αν είσαι αγχωμένος, ζεις στο μέλλον. Αν είσαι γαλήνιος, ζεις στο παρόν». Μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της κινεζικής φιλοσοφίας, ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ γνώριζε αυτό που συνεχώς λέμε στον εαυτό μας -μήπως και το πιστέψουμε: ζήστε τη στιγμή. Η σύγχρονη ψυχολογία υιοθετώντας την άποψη του υποστηρίζει ότι οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι είναι οι αφοσιωμένοι σ’ αυτό που κάνουν, τη στιγμή που το κάνουν.


Σόρεν Κίρκεγκαρντ


«Η ζωή δεν είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να λυθεί, αλλά μία πραγματικότητα που οφείλουμε να βιώσουμε». Ο δανός φιλόσοφος, θεολόγος και ποιητής πηγαίνοντας λίγο μακρύτερα τη σκέψη του Λάο Τσε είχε να προτείνει το εξής: όλα αντιμετωπίζονται καλύτερα, όταν παύουμε να τα θεωρούμε προβλήματα, αλλά εμπειρίες που κάπως πρέπει να χειριστούμε. Από τον χειρισμό εξαρτάται η ευτυχία μας. Απλό.


Χένρι Ντέιβιντ Θορώ


«Η ευτυχία είναι σαν μια πεταλούδα. Όσο περισσότερο την κυνηγάς, τόσο σου ξεφεύγει. Αλλά αν στρέψεις την προσοχή σου σε κάτι άλλο, θα έρθει να καθίσει απαλά στον ώμο σου». Με άλλα λόγια, ένας από τους μεγαλύτερους προβοκάτορες της παγκόσμιας λογοτεχνίας εξηγεί γιατί το κυνήγι της ευτυχίας -και η ρουτίνα που αυτό επισύρει- διαλύει τη μαγεία του αιφνιδιασμού. Όσο λιγότερο δεσμεύεται κανείς στη συνήθεια, τόσο αποκτά μια ευρύτερη, σχεδόν κοσμική άποψη για όλα εκείνα που -όποτε θέλει- φέρνει η ζωή. Τα οποία έρχονται, όταν παύουμε να τα περιμένουμε με το ρολόι στο χέρι.

 

ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΕΞΕΤΑΣΗ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΥΤΥΧΙΑ ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑ

 

ΑΓΧΟΣ

Το άγχος στην αρχαία φιλοσοφική σκέψη

 

Η ιδιαίτερα έντονη κοινωνική και φιλοσοφική προβληματική γύρω από το ζήτημα του άγχους δεν αποτελεί αποκλειστικό φαινόμενο των σύγχρονων κοινωνιών. Εάν ανατρέξουμε στις αρχαίες πηγές, θα δούμε ότι η δυναμική του ζητήματος ήταν τέτοια ώστε να αποτελεί αντικείμενο φιλοσοφικού στοχασμού ανάμεσα σε μερικούς από τους πιο γνωστούς διανοητές της αρχαιότητας.

Για τον Πλάτωνα, η επίγεια ζωή είναι πηγή άγχους αν και δεν της αξίζει διόλου να γεννά τέτοια οδυνηρά συναισθήματα. Στον Φαίδωνα ο Σωκράτης υποστηρίζει ότι η έξοδος από τη ζωή, στην οποία τον υποχρεώνει η καταδίκη του να πιει το κώνειο, είναι, στην πραγματικότητα, μια θεραπεία. Η ζωή, λοιπόν, φαίνεται συνυφασμένη με άγχος και αγωνία, ενώ τίποτε σε αυτήν δεν είναι άξιο τέτοιων συναισθηματικών συνεπειών.

Ο Αριστοτέλης, τόσο στα Ηθικά Νικομάχειά του όσο και στο Περί Ψυχής και στην Ρητορική1 του, είναι ίσως ο πρώτος ο οποίος ασχολήθηκε ευρέως και τόσο συστηματικά με το ρόλο που καταλαμβάνουν τα ανθρώπινα συναισθήματα στην επιδίωξη της ανθρώπινης ευτυχίας. Σύμφωνα με τον φιλόσοφο από τα Στάγειρα, το ανθρώπινο συναίσθημα είναι απότοκο του συνδυασμού πνεύματος και σώματος.

Για να υποστηρίξει την διαπίστωσή του αυτή, ο Αριστοτέλης έκανε την παρατήρηση ότι ο φόβος στον άνθρωπο, συναίσθημα το οποίο συχνά θεωρείται ότι αποτελεί την βασική αιτία για την εκδήλωση του άγχους (Konstan, 2006: 149), δύναται να προκληθεί είτε από εξωτερικούς παράγοντες είτε όχι. Το εν λόγω συναίσθημα, λοιπόν, είναι

δυνατόν να βιωθεί από τον άνθρωπο είτε ως κάποια πάθηση της ψυχής είτε του σώματος, ενώ προϋποθέτει την ύπαρξη και των δύο (Morris, 2006: 15).

 

Παράδειγμα 1.

Ο Αριστοτέλης για τα συναισθήματα στη ρητορική του

Σύμφωνα με τους μελετητές (Knuuttila, 2006: 32), ο Αριστοτέλης στην ρητορική του πραγματεύεται δώδεκα συναισθήματα. Αυτά είναι η οργή, η πραότητα, η φιλία, το μίσος, ο φόβος, το θάρρος, η αισχύνη, η χάρις, το έλεος, η νέμεσις, ο φθόνος και ο ζήλος.

Ο Επίκουρος  υποστήριζε ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο για την επίτευξη της ανθρώπινης ευτυχίας δεν είναι άλλο από το άγχος. Σύμφωνα με την επικούρεια σκέψη, όσο πλούσιος και διάσημος και αν είσαι, δεν θα μπορέσεις ποτέ να γίνεις ευτυχισμένος, εφόσον θα έχεις το άγχος να γίνεις ακόμη περισσότερο πλούσιος, ακόμη περισσότερο διάσημος. Ακόμη και αν έχεις πολύ καλή υγεία, δεν θα μπορέσεις ποτέ να είσαι ευτυχισμένος, εφόσον ζεις συνεχώς υπό το άγχος ότι θα αρρωστήσεις. Δεν θα μπορέσεις ποτέ να είσαι ευτυχισμένος στη τωρινή σου ζωή, εάν σε διακατέχει το άγχος για την επόμενη. Δεν θα μπορέσεις ποτέ να είσαι ευτυχισμένος, εάν ανησυχείς για την τιμωρία σου ή την θυματοποίησή σου από ανώτερες θεϊκές δυνάμεις. Μπορείς, ωστόσο, να είσαι ευτυχισμένος, εάν ζεις σύμφωνα με τις επικούρειες αρχές (Inwood, Gerson, 1994: vii). Η κατάσταση της αταραξίας, κατά την οποία δεν μας απασχολεί τίποτα απ’ όλα αυτά, προβάλλεται από τον Επίκουρο ως η μοναδική δυνατότητα για την κατάκτηση της ευτυχίας (Devettere, 2002: 46-47).

Παράδειγμα 2. Οι τέσσερις αρχές της επικούρειας φιλοσοφίας

Σύμφωνα με τον Επίκουρο, οι τέσσερις αρχές για την επίτευξη της ανθρώπινης ευτυχίας είναι οι εξής: δεν υπάρχουν θεϊκές οντότητες που μας βασανίζουν, δεν υπάρχει επόμενη ζωή, ό,τι πραγματικά χρειαζόμαστε είναι εύκολο να το έχουμε, ό,τι μας κάνει να υποφέρουμε είναι εύκολο να το αντιμετωπίσουμε (Inwood, Gerson,1994: vi).

Ο στωικός φιλόσοφος Επίκτητος (55-135 μ.Χ.) αναφέρεται στο ζήτημα του άγχους με τον εξής τρόπο: «όταν παρατηρώ κάποιον να βρίσκεται σε κατάσταση άγχους, αναρωτιέμαι τι είναι αυτό το οποίο μπορεί να θέλει. Σίγουρα, θα αναζητά κάτι το οποίο βρίσκεται έξω από τον έλεγχό του, αλλιώς για ποιον άλλο λόγο να φοβάται». Η θέση στην οποία καταλήγει ο Επίκτητος είναι ότι το άγχος και ο φόβος προκαλούνται όταν κάποιος επιδιώκει να προσεγγίσει κάτι το οποίο βρίσκεται εκτός των ορίων ελέγχου του (Xenakis,1969: 90).

Παράδειγμα 3. Το άγχος του μουσικού

Αναφερόμενος στο ζήτημα του ανθρώπινου άγχους, ο Επίκτητος μας παραθέτει το παράδειγμα του μουσικού. Όταν ένας αρπιστής τραγουδάει και παίζει άρπα μόνος του, δεν αισθάνεται κανένα άγχος. Μόνο στην περίπτωση που τραγουδάει μπροστά σε άλλους τον καταλαμβάνει το άγχος, ακόμα και αν τραγουδάει και παίζει με τον καλύτερο τρόπο. Ποια είναι κατά τον Επίκτητο η διαφορά μεταξύ των δύο καταστάσεων; Στην πρώτη περίπτωση, το μόνο που ενδιαφέρει τον τραγουδιστή είναι ο τρόπος που παίζει και τραγουδά, στη δεύτερη όμως περίπτωση, το άγχος τον καταλαμβάνει, επειδή ανησυχεί για το τι πιστεύουν οι άλλοι σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο παίζει την άρπα και τραγουδά (Xenakis, 1969: 90).

Internet Encyclopedia of Philosophy, “Epictetus”.

 Το ζήτημα του άγχους, του φόβου και της αγωνίας στην αρχαία τραγωδία

Ο Αριστοτέλης, στην Ποιητική του, αναφέρει τον ορισμό της Αρχαίας ελληνικής τραγωδίας.

Παράδειγμα 4. Ο φόβος στον αριστοτελικό ορισμό της τραγωδίας

«[...] δι’ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν». Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο στόχος της τραγωδίας είναι η κάθαρση. Η κάθαρση αυτή δύναται να επιτευχθεί μέσω της πρόκλησης συναισθημάτων φόβου και ελέους.

Η σημασία που αποδίδει ο Σταγειρίτης φιλόσοφος στην έννοια του φόβου, ως ενός αισθήματος αγωνίας ή άγχους ή ακόμη και τρόμου, απαντάται στην τραγωδία, στόχος της οποίας δεν είναι άλλος από την κάθαρση μέσω του άγχους και του ελέους. Σύμφωνα με τους μελετητές, η κάθαρση συνίσταται στον εξαγνισμό των συναισθημάτων του φόβου και του ελέους διαμέσου της τέχνης (Webster, 1995: 217). Η κάθαρση στον ορισμό της τραγωδίας δεν βρίσκεται, απλώς, στενά συνδεδεμένη με τα αισθήματα του φόβου και του ελέους αλλά, στην ουσία, προκύπτει διαμέσου (διά) αυτών (Scott, 2003: 239).

Ο φόβος, με την έννοια της αγωνίας, κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο τόσο στην αρχαία τραγωδία όσο και στους αρχαίους ελληνικούς μυθολογικούς κύκλους.

Στην τραγωδία Τραχίνιαι του Σοφοκλή η αγωνία και ο φόβος που αισθάνεται η Δηιάνειρα για το απρόσμενο κακό που προκαλεί στον σύζυγό της Ηρακλή, εντείνεται από την μαρτυρία του Ύλλου για τον φρικτό πόνο και την κατάσταση επιθανάτιας αγωνίας στην οποία βρίσκεται ο σύζυγός της. Οι θεατές βλέπουν την Δηιάνειρα να παρακολουθεί τη διαδικασία θανάτου του αγαπημένου της συζύγου και παρατηρούν την αντίδρασή της απέναντι στην καταστροφή που άθελά της προκάλεσε (Allen-Hornblower, 2016: 131).

Η τραγωδία του Σοφοκλή Οιδίπους Τύρρανος αντιπροσωπεύει μια πολύ ενδιαφέρουσα πρώιμη έκφραση του άγχους στην τέχνη. Η κοινότητα της Θήβας είναι κυριευμένη από αισθήματα άγχους, υπό τον φόβο ότι η απόλυτη καταστροφή είναι αναπόφευκτη. Το άγχος και η απειλή αυτή για την κοινότητα συνδέονται άμεσα με συγκεκριμένης φύσεως θανάσιμα αίτια, όπως η αιμομιξία και η πατροκτονία (Seigneuret, 1984: 89).

O Σίγκμουντ __________Φρόυντ στο έργο του Αναστολή, σύμπτωμα και άγχος (1926) χρησιμοποίησε τον μύθο του Οιδίποδα, ως ένδειξη ότι το άγχος αποτελεί σημείο ενός κινδύνου που πλησιάζει και όχι μιας προηγούμενης τραυματικής εμπειρίας. Ο κίνδυνος, κατά τον Φρόυντ, συνίσταται στην απειλή του «ευνουχισμού» από τον πατέρα. Με αυτό τον τρόπο, ο Φρόυντ μπόρεσε να τοποθετήσει το άγχος μέσα σε ένα γενικότερο οιδιπόδειο ψυχολογικό σύστημα και, κατ’ επέκταση, να αναπτύξει το Οιδιπόδειο σύμπλεγμα5 όπου είναι κεντρικός ο ρόλος των γονέων και του αισθήματος της ενοχής (Westerink, 2009: 42).

 

ΤΟ ΆΓΧΟΣ ΣΤΟΝ ΥΠΑΡΞΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΝΕΩΤΕΡΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

 

Στην υποενότητα αυτή εξετάζεται ο ρόλος που διαδραματίζει το ζήτημα του άγχους στο κίνημα του υπαρξισμού και παρατίθενται οι απόψεις σύγχρονων φιλοσόφων περί άγχους.

Το άγχος στον υπαρξισμό

Ο υπαρξισμός αποτέλεσε ένα κίνημα φιλοσοφικό αλλά και λογοτεχνικό και χαρακτηρίζεται από το πολιτισμικό κλίμα των δεκαετιών του 1940 και 1950. Ανάμεσα σε

άλλους φιλοσόφους που αυτοπροσδιορίζονται ως υπαρξιστές, αναφέρονται ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ, ο Μάρτιν Χάιντεγκερ (όχι δικαιολογημένα), ο Αλμπέρτ Καμύ, αλλά και άλλοι. Πατέρες του κινήματος του υπαρξισμού θεωρούνται οι φιλόσοφοι του 19ου αιώνα Φρίντριχ Νίτσε και Σόρεν Κίρκεργκααρντ

Βασική αρχή του υπαρξισμού είναι ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να κατανοηθεί με όρους της φυσικής και των επιστημών, ούτε με καμία άλλου είδους θετικότητα, παρά μόνο διαμέσου της ίδιας του της ύπαρξη και όχι από κάποια ουσία του. Ο ρόλος που διαδραματίζει το ζήτημα του άγχους στο κίνημα του υπαρξισμού είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Το άγχος και άλλα αισθήματα, όπως η αγωνία και ο φόβος, παρατηρούνται στην ανθρώπινη κατάσταση που απορρέει από την ελευθερία (Mui, 2013: 10). Κατά τον Karl Jaspers, το άγχος είναι αυτό που γεννάται στον άνθρωπο όταν βρίσκεται κοντά σε ακραίες καταστάσεις, όπως ο θάνατος.

 

Το άγχος στη νεώτερη φιλοσοφία

Ο Νίτσε αντιλαμβάνεται το άγχος ως το πλέον αυθεντικό και θεμελιώδες συναίσθημα, μέσα από το οποίο τα πάντα, συμπεριλαμβανομένης της απόλυτης αρετής και της αμαρτίας, δύνανται να εξηγηθούν. Επιμένει μάλιστα ότι η αρετή μπορεί να κατακτηθεί μόνο μέσα από το άγχος.

Ο Κίρκεγκααρντ διαχωρίζει την έννοια του άγχους από αυτή του φόβου. Ο φόβος έχει κάποιο συγκεκριμένο αντικείμενο, κάτι το οποίο δεν συμβαίνει με το άγχος. Αυτό σημαίνει ότι πρόκειται για ένα «άγχος του τίποτα» και, παρ’ όλα αυτά, αποτελεί ένα θετικό και απαραίτητο βήμα προς την αυτοπραγμάτωση. Εφόσον η αυτοπραγμάτωση εμπεριέχει, πάντοτε, την προσωπική και πνευματική μεταμόρφωση, το άγχος γίνεται αντιληπτό ως μια κατάσταση μοναδική για την ανθρώπινη συνείδηση (Mui, 2013: 10). Στην πραγματεία του Εισαγωγή στην Έννοια του Άγχους ο Κίρκεγκααρντ υποστηρίζει ότι η ύπαρξη του άγχους αποδεικνύει πως ένα ανθρώπινο ον δεν είναι αυτόματα ο εαυτός του “Stanford Encyclopedia of Philosophy, “Søren KierkegaardUniversity of Minnesota, “Existential Anxiety: Angst”.

Κατά μια κρίσιμη έννοια, πρέπει πρώτα να γίνει ο εαυτός του. Στον Κίρκεγκααρντ, το ανθρώπινο ον γίνεται αντιληπτό ως μια σύνθεση του εαυτού, της ύπαρξης, της ελευθερίας, αλλά και της μη ελευθερίας. Η έννοια του άγχους μας οδηγεί, με άμεσο τρόπο, στην έννοια της ελευθερίας. Ωστόσο, η σημασία της ελευθερίας εκλαμβάνεται αρνητικά μέσα από την εξέταση της μη ελευθερίας (Gron, 2008: ix). Ειδικότερα, το άγχος είναι η άμεση συνέπεια της ανησυχίας για το καθολικό που διακατέχει ένα μοναδικό και έγχρονο πλάσμα, δηλαδή τον κάθε ξεχωριστό άνθρωπο. Η ίδια η ουσία της ηθικής είναι για τον Κίρκεγκααρντ αγχογόνα, καθόσον είναι μονίμως διλημματική. Μια ηθική, μάλιστα, στάση αναγνωρίζεται ως τέτοια, ακριβώς επειδή είναι πρόξενος διλημμάτων που καμιά θεωρησιακή φόρμουλα δεν μπορεί να υπερβεί. Το άγχος είναι, έτσι, φυσική παρασυνέπεια της ηθικής, και ειδικότερα της πτώσης του ανθρώπου.

Παράδειγμα 5. Ο Κίρκεγκααρντ για το άγχος

«Το να μαθαίνουμε να γνωρίζουμε το άγχος είναι μια περιπέτεια που ο κάθε άνθρωπος πρέπει να αντιμετωπίσει, ώστε να μη βρεθεί σε μια ολέθρια κατάσταση, είτε επειδή δεν γνώρισε το άγχος είτε επειδή «πνίγηκε» κάτω από αυτό. Αυτός, επομένως, που εντρύφησε με το σωστό τρόπο στην κατάσταση του άγχους έχει μάθει το σημαντικότερο πράγμα».

Σύμφωνα με τον Σαρτρ, το άγχος συνίσταται στην επίγνωση της απεριόριστης ελευθερίας ενός ανθρώπου, καθώς και της ευθύνης που προέρχεται από αυτήν. Το άγχος κατακυριεύει την ψυχή ενός ανθρώπου, όταν αυτός γνωρίζει ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή να προβεί σε κάποια επικίνδυνη ή ντροπιαστική πράξη και δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να τον σταματήσει, εκτός από την ελευθερία της επιλογής του (Cox, 2008: 14). Το άγχος είναι αυτό που γεννιέται από το βλέμμα του άλλου όταν αυτός με κοιτάζει, καθώς η ματιά του με αντικειμενοποιεί, με καθιστά δηλαδή ένα αντικείμενο σαν όλα τα άλλα αντί για το υποκείμενο που είμαι. Το άγχος, όμως, γεννιέται και από το δικό μου βλέμμα, όταν αντικρίζω τη φύση, καθώς αντιλαμβάνομαι ότι είμαι ξεχωριστός και αθεράπευτα ξένος προς αυτήν. Αυτό είναι το νόημα της περίφημης σκηνής στο δημόσιο πάρκο από το μυθιστόρημα Ναυτία του Σαρτρ.

Στην σκέψη του Αλμπέρτ Καμύ, το άγχος για τον θάνατο αντιπροσωπεύει την βαθιά ανάγκη του ανθρώπου για τη ζωή. Αναρωτιέται ο φιλόσοφος: «λέω στο εαυτό μου: πρόκειται να πεθάνω, αλλά αυτό δεν σημαίνει τίποτα, αφού δεν μπορώ να καταφέρω τον εαυτό μου να το πιστέψει και η μόνη εμπειρία που μπορώ να έχω είναι αυτή του θανάτου των άλλων [...], τότε σκέφτομαι τα λουλούδια, τα χαμόγελα, την επιθυμία μου για την γυναικεία παρουσία και αντιλαμβάνομαι ότι ο τρόμος μου για τον θάνατο βασίζεται στο άγχος μου για τη ζωή» (Sagi, 2002: 51).

Στον Καμύ  το βασικό φιλοσοφικό πρόβλημα είναι η αυτοκτονία, όταν ο άνθρωπος δεν μπορεί να αναλάβει το σισύφειο έργο που είναι η ζωή. Η αντιμετώπιση της σισύφειας μονοτονίας και του άγχους που αυτή γεννά είναι βασικό καταπίστευμα του ανθρώπου.

Ο Χάιντεγκερ υποστήριζε ότι δεν μπορούμε να αντιληφθούμε την πηγή από την οποία προέρχεται το άγχος, όχι επειδή μας έχει καταβάλλει η σύγχυση αλλά, επειδή, πολύ απλά, δεν υπάρχει τρόπος να την αντιληφθούμε. Το άγχος δεν μπορεί να εντοπιστεί αλλά, αντιθέτως, είναι αυτό που αποκαλύπτει το τίποτα. Στη συνέχεια, ο Χάιντεγκερ προχωρά στην επισήμανση ότι δεν θα μπορέσουμε ποτέ να έρθουμε σε ολοκληρωτική επαφή με το απόλυτο τίποτα, παρά μόνο με κάποιες αναλαμπές του, τις στιγμές μόνο κατά τις οποίες βρισκόμαστε σε κατάσταση άγχους (Blankschaen, 2013: 31-32). Ειδικότερα, ο Χάιντεγκερ συνδέει το άγχος με την ανάληψη του έργου της πολεμικής ενάντια στη μισολογία.

Για τον Φρόυντ, όπως και για την ψυχανάλυση γενικότερα, το άγχος γεννάται από την ορθή αντίληψη του πραγματικού. Διαφεύγει κανείς του άγχους μόνο μέσω των αγχολυτικών ψυχικών διεργασιών που δίνουν την εντύπωση μιας «εξημερωμένης» πραγματικότητας. Ένας άλλος τρόπος καταπολέμησης του άγχους, στον οποίο κατατείνει ο πολιτισμός, είναι η εξιδανίκευση, η εργασία, δηλαδή, και η αγάπη ως πολιτιστικές αξίες.

Μπορείτε να δείτε το έργο του Καμύ «Ο Ξένος» στην κινηματογραφική μεταφορά του Λουκίνο Βισκόντι, με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάννι.

 

Heidegger: Being There (or Nothing).

Παράδειγμα 6. Ο Χάιντεγκερ για το τίποτα

«Περισσότερο απ’ όλα τα υπόλοιπα, το τίποτα είναι η αιτία που παράγει μέσα μας τον φόβο (άγχος, angst). Αυτό το βαθύ συναίσθημα της ανησυχίας (angst) είναι το πιο θεμελιώδες ανθρώπινο στοιχείο ως προς τη φύση και την πραγματικότητα του τίποτα».

Ο Αμερικάνος φιλόσοφος Ρίτσαρντ Μπερνστάιν στην πραγματεία του Beyond Objectivism and Relativism: Science, Hermeneutics, and Praxis (1983), αναφέρεται στα σφαλερά θεμέλια επάνω στα οποία, κατά την άποψη του, βασίζεται η συζήτηση περί αντικειμενισμού και σχετικισμού. Η κινητήριος δύναμη πίσω από το θεμελιώδες αυτό σφάλμα είναι αυτό που ο Μπερνστάιν αποκαλεί «καρτεσιανό άγχος» (Bernstein, 1983: 16).

Ο Γάλλος φιλόσοφος του 17ου αιώνα Ρενέ Ντεκάρτ (1596-1650), στην πραγματεία του, Méditations sur la philosophie première, εξέφρασε την άποψη ότι για να καταπολεμηθεί η αμφιβολία, η εξαπάτηση και το λάθος στη σκέψη και για να αντιμετωπιστεί η χρησιμοποίηση αθεμελίωτων απόψεων, προκαταλήψεων, της παράδοσης ή κάποιας εξωτερικής αρχής ως παραμέτρων για τη δημιουργία πεποιθήσεων, η φιλοσοφία θα πρέπει να αναζητήσει ένα σταθερό θεμέλιο ως πηγή για ολόκληρη την γνώση, «μια αρχιμήδεια αρχή στην οποία δύναται να βασιστεί ολόκληρη η γνώση». Το «Καρτεσιανό άγχος» έχει τις ρίζες του στην χριστιανική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος είναι ένα ον θνητό και περιορισμένο, του οποίου η ύπαρξη υπόκειται στην πλήρη εξουσία ενός παντοδύναμου Θεού. Η κοσμοαντίληψη αυτή δύναται να οδηγήσει έναν άνθρωπο σε μια τρομακτικής φύσεως αβεβαιότητα σχετικά με την κατάσταση της ύπαρξής του. Έτσι, είτε θα υπάρξει μια σταθερή αρχή πάνω στην οποία θα βασίζεται ολόκληρη η γνώση μας είτε θα παραδέρνουμε στο έλεος των δυνάμεων του σκότους, που μας οδηγούν στην τρέλα και το διανοητικό και ηθικό χάος (Fishman, 1999: 111).

Σύνοψη

Με το τέλος της μελέτης για το άγχος μάθαμε ότι:

• η πραγμάτευση του ζητήματος του άγχους δεν αποτελεί αποκλειστικό αντικείμενο διαπραγμάτευσης της επιστήμης της ψυχολογίας,

• η συμβολή της αρχαίας ελληνικής σκέψης στην εσωτερική αναζήτηση του ανθρώπου για το άγχος ήταν ιδιαίτερα σημαντική και πολύπλευρη,

• συγκεκριμένες πτυχές του αρχαίου ελληνικού μύθου και του δράματος συνοδεύουν τη φιλοσοφική αναζήτηση περί των πηγών και της φύσης του άγχους,

• το ζήτημα του άγχους ενυπάρχει μέσα στον βασικό πυρήνα των ιδεών του κινήματος του υπαρξισμού,

• πολλές από τις βάσεις του σύγχρονου φιλοσοφικού στοχασμού περί άγχους στηρίζονται στις απόψεις διανοούμενων που ταυτίστηκαν με το κίνημα του υπαρξισμού, και

• το άγχος, συχνά, κατά τη νεωτερικότητα εμφανίζεται να συνοδεύει την ανθρώπινη ελευθερία και την αναζήτηση στέρεων ιδανικών.

 

ΕΧΟΥΜΕ 3 ΕΑΥΤΟΥΣ

 

Έχουμε πολλούς εαυτούς; Από μία ενδιαφέρουσα άποψη, ναι. Υπάρχει ο πραγματικός εαυτός, η εικόνα δηλαδή που έχουμε για εμάς. Υπάρχει όμως και ο ιδανικός εαυτός. Η έννοια αυτή εισήχθη από τον ψυχολόγο Carl Rogers (1902-1987), εκπρόσωπο του ανθρωπιστικού κινήματος της ψυχολογίας. Πρόκειται ουσιαστικά για όλα εκείνα που θα θέλαμε να γίνουμε ή να κάνουμε. Τέλος, έχουμε τον αναγκαίο εαυτό: Αποτελεί όλα εκείνα που πρέπει να είμαστε ή να πράττουμε. H έννοια αυτή επινοήθηκε από τον ψυχολόγο Tory Higgins.

Φυσικά οι τρεις εαυτοί αντιστοιχούν σε γνωστικά σχήματα, σε μέρη της αυτοαντίληψής μας. Δεν πρόκειται για αυτόνομες οντότητες που κατοικούν μέσα μας και φωνάζουν «πρέπει» και «θέλει». Η ορολογία των τριών εαυτών χρησιμοποιείται για λόγους εννοιολογικούς.

 

Η ασυμφωνία των εαυτών

Όταν υπάρχει ασυμφωνία μεταξύ ιδανικού και πραγματικού εαυτού, προκαλείται απογοήτευση, στεναχώρια, ακόμη και κατάθλιψη. Αντίστοιχα, η ασυμφωνία μεταξύ αναγκαίου και πραγματικού εαυτού προξενεί στο άτομο άγχος, αναστάτωση και ανησυχία. Εδώ, η ασυμφωνία στους ακραίους βαθμούς ενδέχεται να οδηγήσει σε παθολογικές μορφές άγχους

 

Αυτοπραγμάτωση: Τι είναι και πώς επιτυγχάνεται σύμφωνα με τον Maslow

 

 

Σύμφωνα με τον υποστηρικτή της θετικής ψυχολογίας, Αβραάμ Μάσλοου, η ψυχολογία οφείλει να διαθέτει διευρυμένα επιστημονικά όρια και δεν πρέπει να αρκείται μόνο στην εξέταση της συμπτωματολογίας και, κατ’ επέκταση, στην εξεύρεση μεθόδων αντιμετώπισης αυτής.

Η επιστημονική κατάρτιση δύναται και οφείλει να μεθερμηνεύεται σε αποτελεσματική παρέμβαση με σκοπό να βοηθά το άτομο να βελτιώνει τις διαστάσεις της προσωπικότητάς του και να φτάνει στο μέγιστο των δυνατοτήτων του καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του.

Το άτομο, εφόσον έχει ικανοποιήσει ορισμένα επίπεδα αναγκών που καλύπτουν αρκετές πτυχές της διαβίωσής του (όπως φυσικές ανάγκες, ανάγκες ασφάλειας, κοινωνικές ανάγκες, ανάγκες αυτοεκτίμησης, γνωσιακές και αισθητικές ανάγκες), αισθάνεται την επιθυμία να γευθεί μια πιο ουσιαστική ζωή, να καλλιεργήσει σε μεγαλύτερο βαθμό τα πιο θετικά στοιχεία που έχει εντοπίσει ότι διαθέτει, να απολαύσει βαθύτερα την αγάπη και το αίσθημα ολοκλήρωσης που προκαλεί η εργασιακή επιτυχία· γενικά να βιώσει στο μέγιστο δυνατό όλα τα εποικοδομητικά στοιχεία που μπορεί να αποκομίσει από τον κόσμο γύρω του. Ο Μάσλοου για να περιγράψει την τάση αυτή του ανθρώπου χρησιμοποίησε τον όρο «αυτοπραγμάτωση» και διευκρίνισε, πρώτον, ότι πρόκειται για μία διαδικασία που συνεχώς εξελίσσεται και εμπλουτίζεται, και ,δεύτερον, ότι η αυτοπραγμάτωση δεν μεταφράζεται ως διαδικασία επίτευξης της τελειότητας.

Προσωπικότητα και Αυτοπραγμάτωση

Μπορούμε να καταλάβουμε εάν κάποιος βρίσκεται στο στάδιο της αυτοπραγμάτωσης, εντοπίζοντας κάποια από τα παρακάτω στοιχεία στην προσωπικότητά του:

  • Αποτελεσματικότερη αντίληψη της πραγματικότητας. Το άτομο είναι σε θέση να κρίνει τον κόσμο και τους ανθρώπους γύρω του ορθά, αποτελεσματικά και με ακρίβεια γιατί ζει περισσότερο στον φυσικό κόσμο και όχι στην πλασματική εκδοχή του που είναι γεμάτη προσδοκίες και στερεότυπα τα οποία συνήθως οι περισσότεροι συγχέουν με την πραγματικότητα. Με άλλα λόγια, είναι σε θέση να αντιληφθεί τι πραγματικά υπάρχει εκεί έξω και όχι τι θεωρεί ότι υπάρχει.
  • Αποδοχή του εαυτού, του άλλου, της φύσης. Το άτομο είναι σε θέση να αποδέχεται τον εαυτό του με κάθε ελάττωμα που μπορεί να παρουσιάζει. Κατ’ επέκταση, όταν αποδέχεται τον εαυτό του μπορεί να αποδεχθεί πιο εύκολα και τους ανθρώπους γύρω του.
  • Αυθόρμητη σκέψη και συμπεριφορά. Το άτομο συμπεριφέρεται με απλότητα και φυσικότητα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υιοθετεί σκοπίμως αντισυμβατικές στάσεις. Διατηρεί τους δικούς του κώδικες ηθικής και παράλληλα ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της πραγματικότητας.
  • Προβληματοκεντρισμός. Το άτομο εστιάζει την προσοχή του και όλη του την ενέργεια στην επίτευξη ενός σκοπού, στην ολοκλήρωση μίας αποστολής, άνευ εγωκεντρικού χαρακτήρα, που αισθάνεται ότι οφείλει να την διεκπεραιώσει.
  • Ανάγκη αποστασιοποίησης και ιδιωτικότητας. Καθώς το άτομο αποστασιοποιείται με ευκολία από πράγματα και καταστάσεις του περιβάλλοντός του, είναι σε θέση να αντιμετωπίζει τα προβλήματα που ανακύπτουν με μεγαλύτερα αποθέματα νηφαλιότητας από ότι ο μέσος άνθρωπος. Είναι σε θέση να διατηρεί την αξιοπρέπειά του ακόμη και σε περιβάλλοντα που υπαγορεύουν το αντίθετο. Μία τέτοιου τύπου αντίδραση ενδέχεται να πηγάζει από την τάση του ατόμου να βασίζεται στη δική του αντίληψη για το τι συμβαίνει κάθε φορά και όχι στο τι αντιλαμβάνονται οι άλλοι ότι συμβαίνει.
  • Αυτονομία. Ο άνθρωπος παρουσιάζει σημάδια ανεξαρτησίας από το φυσικό και το κοινωνικό του περιβάλλον, είναι αυτάρκης και δεν στηρίζει την ικανοποίησή του σε εξωγενείς παράγοντες, παρά στην προσωπική ανάπτυξη και την εσωτερική καλλιέργεια.
  • Διαρκές και βαθύ αίσθημα εκτίμησης. Το άτομο έχει την ικανότητα να απολαμβάνει και να εκτιμά ξανά και ξανά τα βασικά αγαθά που έχει να του προσφέρει η ζωή σαν να τα ανακαλύπτει για πρώτη φορά· όπως ακριβώς όταν ήταν παιδί.
  • "Εκστατικές" εμπειρίες. Με αφορμή κάποιο γεγονός, ο άνθρωπος έχει την αίσθηση ότι επιτέλους αντιλαμβάνεται κάποιο βαθύ νόημα, ότι είναι πιο δυνατός και πιο ήρεμος από ποτέ, ότι πλέον έχει συμβεί κάτι πολύ σημαντικό που τον έχει μεταμορφώσει σε έναν καλύτερο εαυτό.
  • Βαθύ αίσθημα ταύτισης/αγάπης προς τον ανθρωπισμό. Παρά τα αρνητικά συναισθήματα που προκαλούνται από ακραία γεγονότα, το άτομο αισθάνεται έντονη αγάπη και συμπάθεια για την ανθρωπότητα και επιδιώκει να αφιερώνει την ενέργειά του για τη βελτίωση και την ευημερία αυτής.
  • Βαθύτερες διαπροσωπικές σχέσεις. Καθώς το άτομο παρουσιάζει μεγαλύτερη ικανότητα να απομονώνει τα εγωκεντρικά στοιχεία του χαρακτήρα του, είναι σε θέση να δημιουργεί πιο ουσιαστικές σχέσεις με βαθύτερους δεσμούς στοργής, αγάπης και κατανόησης.
  • Δημοκρατική δομή χαρακτήρα. Το άτομο δημιουργεί σχέσεις εξετάζοντας μόνο το χαρακτήρα του ανθρώπου που έχει απέναντί του, χωρίς να ενδιαφέρεται για την ταξική του καταγωγή, για το κοινωνικό του στάτους, για το επίπεδο εκπαίδευσής του, το χρώμα του δέρματός του ή τα θρησκευτικά του πιστεύω. Δεν θέτει θέμα ανωτερότητας και κατωτερότητας, παρά μόνο σε σχέση με το πόσο καλός είναι κάποιος σε συγκεκριμένους τομείς απασχόλησης. Δεν επιδιώκει την εξουσία και δεν βλέπει τους άλλους ως μέσα για την επίτευξη προσωπικών σκοπών.
  • Ικανότητα διάκρισης (υποκειμενικού) σωστού και λάθους. Το άτομο διαθέτει γερά δομημένους ηθικούς κώδικες, επιδιώκει να κάνει το σωστό και αποφεύγει τα λάθη. Συνήθως, η αντίληψή του για το τι ορίζεται ως καλό και κακό διαφέρει από τις συμβατικές απόψεις.
  • Μη εχθρική αίσθηση του χιούμορ. Το άτομο δε γελάει με ό,τι ο μέσος άνθρωπος αντιλαμβάνεται ως αστείο. Κατά συνέπεια, δεν βρίσκει αστείο οτιδήποτε τονίζει κάποιο αρνητικό χαρακτηριστικό του άλλου ή οτιδήποτε μπορεί να πληγώσει τον συνάνθρωπό του. Επιπλέον, το άτομο έχει την ικανότητα να αυτοσαρκάζεται.
  • Αυξημένη δημιουργικότητα. Η δημιουργικότητα που βιώνει εκείνος που βρίσκεται στο επίπεδο της αυτοπραγμάτωσης δεν σχετίζεται με την τυποποιημένη εκδήλωση του ταλέντου, όπως η συγγραφή βιβλίων, η σύνθεση μουσικής ή οι ζωγραφικές ικανότητες. Αυτού του είδους η δημιουργική έκφραση έχει να κάνει περισσότερο με την εκδήλωση στοιχείων μιας υγιούς προσωπικότητας που βρίσκει αντίκτυπο σε οποιαδήποτε πτυχή του κόσμου με την οποία το άτομο καταπιάνεται κάθε φορά. Με άλλα λόγια, το άτομο είναι σε θέση να εκτελεί δημιουργικά κάθε έργο στο οποίο αφιερώνεται, στοιχείο που πηγάζει από τη φύση του χαρακτήρα του.
  • Αντίσταση/κριτική ικανότητα προς τις πολιτισμικές επιρροές & κοινωνικές νόρμες. Το άτομο μπορεί να συμβαδίζει με τον πολιτισμικό περίγυρό του, διατηρεί όμως τις εσωτερικές αποστάσεις του από αυτόν. Υιοθετεί μία δική του στάση απέναντι στις πολιτισμικές επιρροές, χωρίς να ακολουθεί σκοπίμως αντισυμβατική συμπεριφορά.

Πως επιτυγχάνεται η Αυτοπραγμάτωση σύμφωνα με τον Maslow

Ο καθένας από εμάς μπορεί να φτάσει στο επίπεδο της αυτοπραγμάτωσης εάν υιοθετήσει οκτώ τύπους συμπεριφοράς:

  • Να αντιμετωπίζεις τον κόσμο όπως ένα παιδί. Να επικεντρώνεις τις αισθήσεις σου στο τώρα και να απορροφάς πλήρως και ανιδιοτελώς ό,τι καλύτερο έχει να σου προσφέρει η ζωή στην παρούσα στιγμή.
  • Να επιλέγεις τον δρόμο που οδηγεί στην προσωπική ανάπτυξη. Πολλές φορές, ο άνθρωπος καλείται να πάρει μια απόφαση όπου από τη μία πλευρά υπάρχει η ασφάλεια και από την άλλη το ρίσκο. Διαλέγοντας την ασφάλεια παραμένει στα γνωστά και δεδομένα, ενώ διαλέγοντας να ρισκάρει έρχεται αντιμέτωπος με έναν νέο τρόπο θεώρησης των πραγμάτων· ακόμα και αν οι συνέπειες είναι κατά κάποιον τρόπο αρνητικές θα έχει οδηγήσει τον εαυτό του ένα βήμα πιο πέρα στα στάδια της προσωπικής ανάπτυξης.
  • Να ακούς τις εσωτερικές φωνές των συναισθημάτων σου. Να διατηρείς άμεση επαφή με όσα σου υπαγορεύει ο εαυτός σου και η θέλησή σου, να αξιολογείς τα διάφορα ερεθίσματα ανάλογα με το τι εσύ αντιλαμβάνεσαι ως σωστό και λάθος και όχι με βάση εξωγενείς παράγοντες που στηρίζονται στην αντιληπτική ικανότητα των άλλων.
  • Να είσαι ειλικρινής. Να μην καθορίζεις τις απόψεις σου και τις συμπεριφορές σου ανάλογα με τον τρόπο που θεωρείς ότι θα γίνει αποδεκτός από τους γύρω σου. Ψάξε μέσα σου για το τι θεωρείς σωστό και εν συνεχεία ανάλαβε την ευθύνη των ενεργειών σου. Κάθε φορά που ο άνθρωπος επιλέγει αυτόν τον τρόπο δράσης, έρχεται σε αμεσότερη επαφή με τον εσωτερικό του εαυτό.
  • Να επιλέγεις με βάση τις δικές σου προτιμήσεις και κρίσεις. Μόνο όταν στηρίζεσαι στα δικά σου ένστικτα θα είσαι σε θέση να παίρνεις ορθότερες και καταλληλότερες αποφάσεις για τον εαυτό σου.
  • Να προσπαθείς να κατανοείς τις δυνατότητές σου και να κάνεις ό,τι είναι απαραίτητο για να τις βελτιώσεις. Καθώς η αυτοπραγμάτωση είναι μία διαδικασία που βρίσκεται σε αδιάκοπη εξέλιξη, ο άνθρωπος οφείλει να επιδιώκει να γίνεται καλύτερος σε αυτό με το οποίο έχει αποφασίσει να ασχοληθεί.
  • Να αντιλαμβάνεσαι τις "εκστατικές" εμπειρίες που διανθίζουν τη ζωή σου και να προετοιμάζεις τον εαυτό σου για να βιώνεις όσο το δυνατόν περισσότερες ανάλογες στιγμές. Αυτού του είδους οι εμπειρίες δεν έχουν συγκεκριμένο προσδιορισμό, μπορεί να προέρχονται από κάτι πολύ απλό ή από κάτι μεγαλειώδες· εκείνο που μετράει δεν είναι η εμπειρία αυτή καθαυτή, αλλά το συναίσθημα έκστασης και πληρότητας που πλημμυρίζει το άτομο κατά τη διάρκεια βίωσης της εμπειρίας.
  • Να αναγνωρίζεις τις άμυνές σου και να προσπαθείς να τις εγκαταλείψεις. Καθώς ο άνθρωπος προσπαθεί να ανακαλύψει τον εαυτό του και τις δυνατότητές του, έρχεται αντιμέτωπος με τις άμυνες που έχει διαμορφώσει εσωτερικά. Ένα ακόμη βήμα που οδηγεί στην αυτοπραγμάτωση, είναι η στιγμή που το άτομο βρίσκει το θάρρος να εγκαταλείψει τις άμυνές του όταν το κρίνει απαραίτητο.
  • https://www.mixanitouxronou.gr/wp-content/uploads/2015/10/Maslow-Pyramid.jpghttps://www.mixanitouxronou.gr/wp-content/uploads/2015/10/maslow2.jpg

 

 

Η πυραμίδα του Maslow Η ιεραρχία των αναγκών κατά Maslow περιλαμβάνει πέντε κατηγορίες αναγκών με το εξής περιεχόμενο: Φυσιολογικές: στη βάση της πυραμίδας βρίσκονται όλες οι ανάγκες που συνδέονται με την επιβίωση του ανθρώπου ως βιολογικού οργανισμού, όπως οξυγόνο, νερό, τροφή, υγεία και ένδυση. Αν δεν έχουν εξασφαλισθεί έστω σε ένα ελάχιστο επίπεδο δύσκολα προχωρά η συζήτηση. Ασφάλεια, σιγουριά: Αφού λοιπόν ικανοποιήσει τις φυσιολογικές ανάγκες, ο  άνθρωπος έχει ανάγκη να αισθάνεται ασφαλής για την ύπαρξή του μέσα στο περιβάλλον το οποίο ζει, οικονομία, εργασία, ατυχήματα, κατοικία, σύνταξη. Σε αυτό το επίπεδο ενδιαφέρεται για το περιβάλλον στο οποίο ζει και τους παράγοντες που το μεταβάλλουν. Κοινωνικές ανάγκες: Ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον και έχει ανάγκη να ζει σε ομάδες, να νιώθει αποδεκτός, να έχει φιλικές σχέσεις και να προσφέρει και να δέχεται αγάπη. Ο άνθρωπος παρακινείται να καλύψει τις κοινωνικές του ανάγκες όταν έχει εκπληρώσει τις φυσιολογικές και τις ανάγκες ασφάλειας. Ανάγκες αναγνώρισης: Κύρος, φήμη, σεβασμός, γνώση, επιρροή, δύναμη, ελευθερία, ανεξαρτησία, σεβασμός και αυτοεκτίμηση. Διόλου τυχαία, κάποιοι αποκαλούν τη συγκεκριμένη κατηγορία «εγωϊστικές» ανάγκες, ενώ η ικανοποίησή τους παρουσιάζει μεγάλη δυσκολία. Για να μπουν σε τροχιά παρακίνησης πρέπει ο άνθρωπος να έχει περάσει τα προηγούμενα τρία στάδια.          Ανάγκες ολοκλήρωσης: Πρόκειται για την ανώτερη κατηγορία αναγκών και αφορά στις ανάγκες που έχει ο άνθρωπος για να γίνει αυτό που ονειρεύεται. Οτιδήποτε και αν είναι αυτό και μπορεί να το πετύχει, εξαντλώντας όλη τη δυναμικότητά του. Ο Maslow δημοσίευσε τη θεωρία του το 1943 στην εργασία, «A Theory of Human Motivation» και την ενσωμάτωσε στο βιβλίο, «Motivation and Personality» Κριτική στη θεωρία του Maslow Η σχετικότητα που καλύπτει την πυραμίδα του Maslow αναδεικνύει αρκετές αδυναμίες στην περίφημη θεωρία, αν και σε γενικές γραμμές, είναι ευρέως αποδεκτή από τους επιστήμονες ως μια τεκμηριωμένη ιεράρχηση. Σε ό,τι  αφορά στην ταξινόμηση, είναι δύσκολο στη σημερινή εποχή – τουλάχιστον στον ανεπτυγμένο κόσμο – να γίνει διάκριση ανάμεσα στις φυσιολογικές και τις κοινωνικές ανάγκες. Η ανάγκη της τροφής καλύπτεται με ένα κουλούρι και με ένα γεύμα σε ακριβό εστιατόριο.  Τι ακριβώς εννοεί κάποιος όταν λέει ότι έχει ανάγκη στέγασης; Πόσο σημαντική είναι η αγάπη του συντρόφου για έναν άνδρα ή μια γυναίκα; Αυτή η αδυναμία αμφισβητεί ότι πρέπει ο άνθρωπος να καλύπτει τη μια κατηγορία για να προχωρά στην επόμενη. Επίσης, η ικανοποίηση μια ανάγκης είναι ποσοτικά και ποιοτικά απροσδιόριστη και κατά συνέπεια υποκειμενική. Πολλοί άνθρωποι είναι εξαιρετικά ολιγαρκείς στις φυσιολογικές τους ανάγκες και επικεντρώνονται στην αναγνώριση, ενώ άλλοι αισθάνονται ανικανοποίητοι παρά την αφθονία των αγαθών τους. Μια ακόμη παρατήρηση στην πυραμίδα του Maslow είναι ότι πολλοί άνθρωποι επιδιώκουν να καλύψουν ταυτόχρονα πολλές από τις ανάγκες τους, ανάλογα με τις δεξιότητες, την παιδεία τους ή το κοινωνικό και πολιτισμικό τους περιβάλλον. Ο ίδιος ο Maslow είχε παραδεχτεί ότι στις ανώτερες ανάγκες υπάρχει το ενδεχόμενο η ικανοποίηση μιας ανάγκης όπως η κοινωνική αναγνώριση, να εντείνει την  επιθυμία του ατόμου να συνεχίσει να την ικανοποιεί αντί να του δημιουργήσει ένα αίσθημα κορεσμού. Ταυτόχρονα, δεν αποκλείεται κάποιο άτομο να εγκαταλείψει την προσπάθεια να ικανοποιήσει μια κατηγορία αναγκών αν νιώσει ότι δεν έχει ελπίδα να την ικανοποιήσει. Φυσικά, η ένταση των αναγκών δεν προσδιορίζεται μόνο από το άτομο αλλά και από το περιβάλλον. Σε μια κακή οικονομική συγκυρία αυξάνεται η ένταση των αναγκών σιγουριάς. Άλλη μια αδυναμία στη θεωρία του Maslow είναι ότι παραβλέπει τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό του ανθρώπου, ο οποίος σε διάφορα στάδια μπορεί να παρακινείται από κάποιες κατηγορίες αναγκών και να παρακάμπτει κάποιες άλλες. Τέλος, η προσωπικότητα του ατόμου παίζει καθοριστικό ρόλο στη σχέση μεταξύ των αναγκών, αν είναι ανταγωνιστικές ή συμπληρωματικές. Μαζί με άλλους παράγοντες, όπως το εργασιακό περιβάλλον, η κοινωνία στην οποία ζει το άτομο και τα ιστορικά και πολιτισμικά δεδομένα, προσδιορίζουν εν τέλει τη συμπεριφορά του ανθρώπου ως προς την κάλυψη των αναγκών του. Η θεωρία του Maslow και η διοίκηση Η θεωρία του Maslow χρησιμοποιείται σε πολλούς τομείς της οικονομικής επιστήμης, όπως το μάρκετινγκ, το μάνατζμεντ και η διοίκηση ανθρωπίνων πόρων. Αμφισβητεί για παράδειγμα την αντίληψη ότι οι εργαζόμενοι ενδιαφέρονται μόνο για οικονομικές απολαβές, ενώ επισημαίνει ότι κάθε άνθρωπος χαρακτηρίζεται από διαφορετική ένταση ικανοποίησης αναγκών και αναλόγως, διαμορφώνεται η συμπεριφορά του. Άλλο ένα στοιχείο που προσδίδει στα οικονομικά η εργασία του αμερικανού ψυχολόγου είναι ότι η δύναμη παρακίνησης του χρήματος περιορίζεται όσο καλύπτονται οι ανάγκες. Τα λεφτά δηλαδή δεν αποτελούν το ίδιο ζωηρό κίνητρο για τους υψηλόμισθους όσο για τους χαμηλόμισθους. Γι΄ αυτό άλλωστε μεγάλες εταιρείες δεν προσφέρουν μόνο παχυλούς μισθούς στα ανώτερα στελέχη, αλλά και διάφορα προνόμια που τους προσδίδουν κύρος. Οι κριτικές και οι μελέτες που έχουν γίνει πάνω στη θεωρία του Maslow είναι αναρίθμητες. Παρακολουθείστε μια διάλεξη που επεκτείνει τις πέντε κατηγορίες σε οκτώ, με τη δημιουργία τριών νέων κατηγοριών στις κοινωνικές ανάγκες. Δίνει βάρος στον σεβασμό, την αυτοπεποίθηση, αλλά και την αισθητική με κριτήριο τα κίνητρα που έχουν οι ανθρώπινες πράξεις....

Διαβάστε όλο το άρθρο: 
http://www.mixanitouxronou.gr/pia-anagki-ine-i-pio-simantiki-gia-kathe-anthropo-ti-lei-i-perifimi-piramida-tou-psichologou-maslow-pou-tin-axiopiisan-i-manatzer-gia-na-dinoun-bonous-ke-se-idos/